Για μία τετραετία, από την 1η Απριλίου του 1955 μέχρι και το 1959, η ιστορία της Κύπρου αλλά και ολόκληρου του ελληνισμού, σημαδεύτηκε από τον ενωτικό, απελευθερωτικό και αντιαποικιακό αγώνα της ΕΟΚΑ. Έναν αγώνα που είχε ως σκοπό την αποτίναξη του ζυγού της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και την Ένωση με την Ελλάδα και που χαρακτηρίστηκε ως ο αγνότερος και ηρωικότερος αγώνας του ελληνισμού.
Η τετραετής πάλη των Ελλήνων της Κύπρου ενάντια στους Βρετανούς και τους εγχώριους συνεργάτες τους ( είτε αυτοί επρόκειτο για Κύπριους είτε για μέλη της τουρκικής μειονότητας) ανέδειξε μια πληθώρα ηρωικών και μαρτυρικών μορφών όπως ο έφηβος Ευαγόρας Παλληκαρίδης, ο Μιχαλάκης Καραολής, ο Ανδρέας Δημητρίου, ο Μάρκος Δράκος, ο Γρηγόρης Αυξεντίου, ο Στυλιανός Λένας, ο Κυριάκος Μάτσης και πολλοί ακόμη.
Ο Κυριάκος Μάτσης, το πρώτο από τα τέσσερα παιδιά της αγροτικής οικογένειας του Χριστοφή και της Κυριακούς, γεννήθηκε την 23η Ιανουαρίου του 1926 στο ορεινό Παλαιχώρι της επαρχίας Λευκωσίας. Αφού τελείωσε το δημοτικό σχολείο της γενέτειράς του συνέχισε το 1939 στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου από όπου απεφοίτησε το 1945. Χαρακτηριστικό είναι πως ο Μάτσης ήταν από τα εφηβικά του ακόμη χρόνια έντονα κοινωνικοποιημένος και πολιτικοποιημένος. Την περίοδο 1945 - 1946 πραγματοποιείται η πρώτη του ανάμειξη στα κοινά καθώς αναλαμβάνει γραμματέας των διοικητικών συμβουλίων του Συλλόγου Αποφοίτων του Ελληνικού Γυμνασίου Βαρωσίων και της ΕΧΑΝ ( Ελληνική Χριστιανική Αδελφότητα Νέων ) Αμμοχώστου. Παράλληλα, συμμετέχει ενεργά ενόψει των δημοτικών εκλογών στον «Εθνικό Συνδυασμό» ενώ αρθρογραφεί στην τοπική εφημερίδα «Ακρόπολις».
Τον Οκτώβριο του 1946, λαμβάνει υποτροφία από την Κυπριακή Αγροτική Εταιρεία για το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και έτσι μεταβαίνει στην Ελλάδα. Εκείνη την εποχή, η μητροπολιτική Ελλάδα ταλανιζόταν από τον φονικό και αδελφοκτόνο Εμφύλιο Πόλεμο, ο οποίος ξέσπασε επίσημα εκείνη τη χρονιά και διήρκησε ως το 1949. Κατά την παραμονή του στη Θεσσαλονίκη, ανέπτυξε μεγάλη δράση και χάρη στα ρητορικά του προσόντα διακήρυττε τις απόψεις του για την Κύπρο. Ο Γεώργιος Παπανδρέου, τον αποκαλεί «αηδόνι της Κύπρου», όταν τον ακούει να μιλά με πάθος για το Κυπριακό σε κάποια φοιτητική εκδήλωση. Το 1956, παρόλο που ήταν ήδη ενταγμένος στον Αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. ιδρύει την Εθνική Φοιτητική Ένωση Κυπρίων Θεσσαλονίκης (Ε.Φ.Ε.Κ.) δείχνοντας την προσπάθεια να προωθήσει τον αγώνα για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα σε ολόκληρο τον Ελληνισμό.
Στη Θεσσαλονίκη μεταξύ άλλων γνωρίστηκε και με τον Γρηγόρη Αυξεντίου, όταν το 1951 μαζί με τον Ανδρέα Αζίνα φιλοξένησαν τον Λυσιώτη ήρωα στη συμπρωτεύουσα. Μεταξύ Μάτση και Αυξεντίου δημιουργήθηκε αδελφική φιλία, εκτίμηση και αλληλοσεβασμός. Μάλιστα, ο Αυξεντίου ήταν αυτός που μερικά χρόνια αργότερα θα μυούσε τον Μάτση στην ΕΟΚΑ. Ο Μάτσης, ήταν ιδεολόγος ελληνοκεντρικός εθνικόφρονας, δεν ήταν όμως δογματικός ούτε άφηνε τον φανατισμό να παραμερίσει τον ανθρωπισμό του. Το καλοκαίρι του 1952, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο τμήμα της Γεωπονικής και επέστρεψε στην Κύπρο.
Την 1η Απριλίου 1955 αρχίζει ο Εθνικό-απελευθερωτικός Αγώνας της ΕΟΚΑ. Γράφει ο Γεώργιος Γρίβας Διγενής στα απομνημονεύματά του:
«Ο Μάτσης εκ των πρώτων κατετάγη εις την Οργάνωσιν. Στρατιώτης του καθήκοντος, αγνός και τίμιος, υπόδειγμα, εις τους υφισταμένους του εμψυχωτής, εισήλθεν εις τον αγώνα με την φλόγα της αυτοθυσίας και την δίψαν να επιτελέσει έργον μεγάλο».
Στην αρχή του Αγώνα, στον Μάτση, ο οποίος έφερε το ψευδώνυμο Μιλτιάδης, ανατέθηκε ο τομέας Αμμοχώστου και η δημιουργία ομάδων κρούσεως σε Αμμόχωστο και Μιτσερό ενώ από τον Αύγουστο του 1955 ανέλαβε παγκύπριος σύνδεσμος μεταξύ Γρίβα και αγωνιστών καθώς και υπεύθυνος μεταφοράς οπλισμού και εφοδίων. Μάλιστα, τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους κατέβαλε προσπάθειες για την απελευθέρωση του Καραολή, χωρίς όμως θετικό αποτέλεσμα.
Με την κατηγορία ότι ανήκει στην ΕΟΚΑ, ο Κυριάκος Μάτσης συλλαμβάνεται από τους Άγγλους αποικιοκράτες στις 9 Ιανουαρίου 1956 και τον αποστέλλουν στα ανακριτήρια της Ομορφίτας. Ο Μάτσης αρνείται να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία όσον αφορά την οργάνωση. Τέτοια αξιοπρέπεια και πίστη στον αγώνα δεν την περίμεναν οι στυγνοί ανακριτές. Γι’ αυτό θα τον απομονώσουν και θα υποστεί τα φρικτότερα των βασανιστηρίων: Χτυπήματα, αϋπνία, ηλεκτροσόκ, αδιάλειπτες και επί εικοσιτετραώρου βάσεως ανακρίσεις. Σε καμία όμως περίπτωση η ψυχή του δεν λυγίζει.
Ο Στρατάρχης Χάρντινγκ επιχειρεί να τον εξαγοράσει για να καταδώσει τον Διγενή, με το μυθικό για την εποχή εκείνη ποσό του μισού εκατομμυρίου λιρών. Ο Κυριάκος Μάτσης, όμως, δίνει μάθημα αγωνιστικής αρετής στους βασανιστές του και είχε το θάρρος να βροντοφωνάξει κατάμουτρα στον σκληρό αποικιοκράτη Χάρντινγκ, κτυπώντας τη γροθιά του στο τραπέζι:
«Εξοχότατε, ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούμεθα, αλλά περί αρετής. Λυπούμαι, διότι με έχετε προσβάλει με την πρότασή σας»
Στις 13 Σεπτέμβριου του 1956 θα αποδράσει από την Κοκκινοτριμιθιά μεταμφιεσμένος σε οικοδόμο και δύο μήνες αργότερα θα αναλάβει τον νευραλγικό τομέα της Κερύνειας και του Πενταδάκτυλου σε μια προσπάθεια αναδιοργανώσεως του τομέα που είχε πληγεί εξαιτίας των χτυπημάτων των Βρετανών. Τον Νοέμβριο του 1958, παρά τις εντατικές έρευνες των Βρετανών σε Άγιο Γεώργιο και Καραβά ο Μάτσης καταφέρνει να αποφύγει τον κλοιό και να φτάσει μέσω Κερύνειας στο Πέλλα Πάϊς όπου παρέμεινε για τέσσερεις ημέρες και αφού έδωσε οδηγίες για μελλοντικές ενέδρες αναχώρησε για το Κάτω Δίκωμο.
Εκεί, την 19 Νοεμβρίου του 1958, ο Κυριάκος Μάτσης μαζί με τους συναγωνιστές του Ανδρέα Σοφιόπουλο και Κώστα Χριστοδούλου εντοπίστηκαν έπειτα από προδοσία στο κρησφύγετο της οικίας του Κυριάκου Διάκου όπου κρύβονταν. Έπειτα από διαταγή του Μάτση οι δύο συναγωνιστές του εξήλθαν από το κρησφύγετο και παραδόθηκαν, δεν συνέβη όμως το ίδιο και με τον αγωνιστή από το Παλαιχώρι, ο οποίος παρότι κυκλωμένος και αποκλεισμένος από παντού, αρνήθηκε να παραδοθεί. Τελευταία πράξη, της αέναης πάλης του Κυριάκου Μάτση ήταν όταν μέσα από το κρησφύγετό του στο Δίκωμο, βροντοφώναξε στη μία και τριάντα το μεσημέρι της 19ης Νοεμβρίου 1958: «Όχι. Δεν παραδίδομαι. Αν θα βγω, θα βγω πυροβολώντας».
Ήταν έτοιμος για τον θάνατο. Τον είχε προβλέψει στα γράμματά του, τον είχε αναλύσει στους φιλοσοφικούς στοχασμούς του, τον είχε με σιγουριά καταγράψει στο ημερολόγιό του, τον είχε τραγουδήσει. «Έκλεξε όσον ημπορής τον τρόπον του θανάτου σου, ένας ωραίος θάνατος είναι συνήθως η ευγενεστέρα πράξις της ζωής»! Τρία πράγματα σκέφτηκε να κάνει: να κάψει τα έγγραφα της ΕΟΚΑ, να διώξει τους δύο συντρόφους του και να γεμίσει το όπλο του. Οι Άγγλοι αν και πολύ περισσότεροι φοβήθηκαν και προτίμησαν τη σιγουριά της ρίψης χειροβομβίδων. Ο Μάτσης εκείτετο διαμελισμένος από την έκρηξη της χειροβομβίδας στο μικρό του κρησφύγετο, αλλά η ψυχή του είχε βρει τη θέση της στο πάνθεον των ηρώων, περνώντας έτσι στην αθανασία, στον ίδιο δρόμο που χάραξαν πριν από αυτόν ο αδελφικός του φίλος Γρηγόρης Αυξεντίου στον Μαχαιρά και οι Κάρυος, Παπακυριακού, Πίττας και Σαμαράς στο Λιοπέτρι.
Την επόμενη ημέρα, οι Βρετανοί ανατίναξαν την οικία του Κυριάκου Διάκου ενώ φοβούμενοι περαιτέρω αντιδράσεις αρνήθηκαν να παραδώσουν στην οικογένεια του Μάτση το λείψανο του, το οποίο ετάφη στον περίβολο των Κεντρικών Φυλακών Λευκωσίας ( Τα Φυλακισμένα Μνήματα ). Το ολοκαύτωμα του Μάτση προκάλεσε συγκίνηση και αντιδράσεις σε ολόκληρο τον ελληνισμό: το Γυμνάσιο Αμμοχώστου κήρυξε τριήμερο πένθος, μαθητές σχολείων σε Αμμόχωστο και Λάρνακα απείχαν από τα μαθήματα τους, στην Αθήνα η «Πανελλήνιος Ομοσπονδία Γεωπόνων» κατέθεσε την 22’ Νοεμβρίου ψήφισμα διαμαρτυρίας και νεολαίες διαφόρων πολιτικών παρατάξεων προχώρησαν στις 30 Νοεμβρίου σε μνημόσυνα υπέρ της αναπαύσεως του Μάτση, ενώ την 23ηΝοεμβρίου, φοιτητές πραγματοποίησαν σιωπηλή πορεία διαμαρτυρίας στη Θεσσαλονίκη.
Έντεκα μήνες πριν από το πέρασμα τού Μάτση στην αθανασία, σε επιστολή προς τους γονείς του, φανερώνει το πώς θα αντιμετώπιζε το τελευταίο προσκλητήριο της πατρίδος. «Πιστεύουμε ότι κάθε θυσία μας δεν πηγαίνει άδικα και εσείς να είστε περήφανοι για μας. Αν ο καλός Θεός μας επιφυλάσση την λαμπράν τύχη να δώσωμεν την ζωήν μας για την πατρίδα, τότε η χαρά σας πρέπει να είναι απέραντη. Δεν ξέρω αν μπορεί να ονειρευτεί ένας άνθρωπος καλύτερη τύχη από αυτήν. Και δεν μπορώ να σκεφθώ γονείς που να είναι πιο περήφανοι παρά για τα παιδιά τους που έπεσαν για την πατρίδα».
Ο Κυριάκος Μάτσης, μια από τις πιο συγκλονιστικές μορφές της ΕΟΚΑ, ήταν άνθρωπος προικισμένος με σπάνιες αρετές και ιδανικά, προκαλούσε τον σεβασμό των συναγωνιστών του, τους οποίους παρηγορούσε, εμψύχωνε και συμβούλευε, διέθετε έμφυτη ευγένεια, θάρρος, αξιοπρέπεια καθώς και μια ώριμη πολιτική σκέψη. Υπήρξε λαμπρός επαναστάτης και πιστός στο σκοπό του Αγώνα που διεξήγαγε, την Απελευθέρωση - Αυτοδιάθεση και ένωση της Κύπρου με την υπόλοιπη Ελλάδα. Πολλοί είναι αυτοί που καταχραστήκανε το όνομά του. Ο θάνατός του δείχνει ότι θυσιάστηκε μόνον δια την Ελλάδαν και την Ένωσιν κι όχι για να χρησιμοποιεί κανείς σήμερα το όνομά του σε μεγαλόστομες διακηρύξεις.
«Να γιατί δεν νοιάζομαι αν τη γη αυτή τη ζουν Τούρκοι, Έλληνες, Εβραίοι… Εκείνο που έχει αξία είναι να τη ζουν αυτοί που την ποτίζουν με τον ιδρώτα τους και να περπατούν πάνω της ελεύθεροι, διαφεντευτές της, κυρίαρχοί της». Αυτή η φράση αποτυπώνει χαρακτηριστικά το πώς ήθελε να δει ο αγωνιστής της ΕΟΚΑ, Κυριάκος Μάτσης την Κύπρο. Ελεύθερη για τους ανθρώπους που ζούσαν πάνω της.
Ντίνος Ορφανός ΤΡιμίκλινη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου