Του Αντρέα Αποστόλου*
Οι μαζικές απελάσεις Εβραίων από την Ελλάδα που πραγματοποίησαν οι Ναζί το 1943 και το 1944 τερμάτισαν σε μεγάλο βαθμό τη ζωή μιας ακμάζουσας κοινότητας, μιας κοινότητας υπεύθυνης για αιώνες σημαντικής συνεισφοράς στην Εβραϊκή κουλτούρα και τη ζωή του τόπου όπου έζησε. Το 86% του προπολεμικού Εβραϊκού πληθυσμού της Ελλάδας χάθηκε. Στη Θεσσαλονίκη όπου ζούσε το 70% των Ελλήνων Εβραίων, το ποσοστό θανάτου ξεπέρασε το 90%. Ενώ η Γερμανική εκστρατεία θανάτωσης των Εβραίων δεν είναι κρυφή, λίγοι στην Ελλάδα παραδέχονται ότι οι Γερμανοί είχαν τη στήριξη Ελλήνων διοικούντων και αστυνομικών.
Οι πολιτικοί ηγέτες της Ελλάδας έχουν στρώσει το δρόμο γι’ αυτήν την απροθυμία παραδοχής της Ελληνικής συνεργασίας στο Ολοκαύτωμα. Ο Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς μίλησε πρόσφατα για το Ολοκαύτωμα σαν να συνέβη τυχαία στην Ελλάδα και σαν οι Έλληνες μη Εβραίοι να ήταν εντελώς αμέτοχοι.
Ωστόσο, οι Γερμανοί πέτυχαν στο φαύλο έργο τους ακριβώς επειδή οι Έλληνες μη Εβραίοι ήταν πρόθυμοι να βοηθήσουν. Οι Γερμανοί κατακτητές της Θεσσαλονίκης εφάρμοσαν τα αντισημιτικά μέτρα τους με τη συνεπή υποστήριξη Ελλήνων Χριστιανών διοικούντων, δημοσίων υπαλλήλων και αστυνομικών. Οι Γερμανοί συστηματικά εξαθλίωσαν, απομόνωσαν, ξεχώρισαν, γκετοποίησαν και, στη συνέχεια απέλασαν τους Εβραίους. Ο αριθμός των Γερμανών αξιωματούχων που εμπλέκονται άμεσα στην απέλαση δεκάδων χιλιάδων Εβραίων της Θεσσαλονίκης στο Άουσβιτς το 1943 είναι σχετικά μικρός επειδή οι τοπικές Ελληνικές αρχές συνεργάστηκαν και συνέβαλαν σ’ αυτήν με το δικό τους ανθρώπινο δυναμικό.
Η Θεσσαλονίκη είναι κεντρικής σημασίας στην ιστορία του Ολοκαυτώματος στην Ελλάδα επειδή είχε μια Εβραϊκή ταυτότητα που πολλοί Έλληνες ήθελαν να εξαλείψουν. Χιλιάδες Εβραίοι που διέφυγαν από την Ισπανία και την Πορτογαλία αναζωογόνησαν την πόλη στα τέλη του 15ου αιώνα. Οι Σεφαραδίτες σύντομα έγιναν η πλειοψηφία στη Θεσσαλονίκη μετατρέποντας την υπό Οθωμανική κυριαρχία τότε πόλη σ’ ένα σημαντικό Εβραϊκό θρησκευτικό και πολιτιστικό κέντρο. Όταν οι Ελληνικές δυνάμεις κατέλαβαν τη Θεσσαλονίκη το 1912, βρήκαν μια πόλη στην οποία η κυρίαρχη γλώσσα ήταν η Λαντίνο, όχι η Ελληνική. Παρά το γεγονός ότι οι Εβραίοι ήταν ανήσυχοι για την Ελληνική κυριαρχία, προσαρμόστηκαν γρήγορα και οι νεότερες γενιές έμαθαν την Ελληνική γλώσσα. Τις παραμονές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, οι Εβραίοι δεν αποτελούσαν πλέον την πλειοψηφία των κατοίκων της πόλης αλλά είχαν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι ήταν Έλληνες και ότι η Ελλάδα ήταν η πατρίδα τους.
Το συναίσθημα δεν ανταποδιδόταν από πολλούς Χριστιανούς της Θεσσαλονίκης και η άφιξη των Γερμανών το 1941 τους έδωσε την ευκαιρία που ζητούσαν. Ο χαρακτήρας της Θεσσαλονίκης είχε αλλάξει τη δεκαετία του 1920 μετά από μια μεγάλη εισροή Ελλήνων Χριστιανών προσφύγων από την Τουρκία. Η Ελληνική κυβέρνηση προώθησε την Ελληνική ταυτότητα της πόλης αποθαρρύνοντας ακόμη και τη χρήση εμπορικών πινακίδων στη Λαντίνο. Ο Ελληνικός Τύπος της πόλης ήταν συχνά άγρια αντι-Εβραϊκός υποκινώντας το 1931 ένα πογκρόμ που στοίχισε δύο ζωές. Όταν οι Γερμανοί μπήκαν στη Θεσσαλονίκη στις 6 Απριλίου 1941, βρήκαν ένα πρόθυμο πυρήνα συνεργατών και μια μεγάλη μερίδα της Ελληνικής Χριστιανικής κοινής γνώμης εχθρικά διακείμενης προς τους Εβραίους.
Ντόπιοι Έλληνες αντισημίτες προσέφεραν εθελοντικά τις υπηρεσίες τους στους Γερμανούς βοηθώντας τους να εκδώσουν δύο προπαγανδιστικές εφημερίδες που διέσυραν τους Εβραίους. Στις 21 Απριλίου 1941, τη μέρα μετά τα γενέθλια του Χίτλερ, Έλληνες Χριστιανοί συνεργάτες κρέμασαν πινακίδες στα Ελληνικά και τα Γερμανικά που έγραφαν "Οι Εβραίοι είναι ανεπιθύμητοι σ’ αυτό το κατάστημα". Πρόκειται για την πρώτη εμφάνιση ανάλογων πινακίδων στην Ελλάδα. Οι Γερμανικές αρχές κατοχής που δεν ήταν ακόμα έτοιμες για τέτοια μέτρα, σταμάτησαν την εκστρατεία.
Εξίσου χρήσιμη για τους Γερμανούς ήταν η διαλλακτική στάση της Ελληνικής διοίκησης στη Θεσσαλονίκη. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι και διοικητές αστυνομίας συμμορφώθηκαν με τις Γερμανικές εντολές παίρνοντας ακόμα και ορισμένες πρωτοβουλίες. Μια κεντρική προσωπικότητα στην εφαρμογή των Ναζιστικών μέτρων ήταν ο Βασίλης Σιμωνίδης, διοικητής της Βόρειας Ελλάδας, με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Ο Σιμωνίδης ήταν ένας οικονομολόγος χωρίς κάποιον εμφανή ιδεολογικό προσανατολισμό αλλά συχνά έκανε περισσότερα από τη μετάφραση και την κυκλοφορία Γερμανικών εντολών.
Όταν, τον Ιούλιο του 1942, ο Γερμανικός στρατός αποφάσισε τη μαζική συγκέντρωση των Εβραίων ανδρών στη Θεσσαλονίκη για καταναγκαστική εργασία, ο Σιμωνίδης εξέδωσε μια διακήρυξη διευκρινίζοντας ότι το μέτρο ίσχυε για τους άνδρες της Εβραϊκής “φυλής”, ανεξαρτήτως θρησκείας. Αν και αυτό ήταν σύμφωνο με το Ναζιστικό ρατσισμό, είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα όριζε τους Εβραίους ως φυλή. Η Ελληνική αστυνομία και ο Δήμος Θεσσαλονίκης συμμετείχαν στην καταγραφή περίπου 9.000 Εβραίων ανδρών ενώ οι Γερμανοί στρατιώτες και ναύτες τους χτυπούσαν και τους ταπείνωναν. Η Ελληνική αστυνομία οδήγησε στη συνέχεια τους άνδρες μακριά για να εργαστούν σε Γερμανικά στρατιωτικά έργα που εποπτεύονταν από Έλληνες μηχανικούς. Απόστρατοι Έλληνες αξιωματικοί επιτηρούσαν τους Εβραίους εργάτες προσθέτοντας μερικές φορές τη δική τους κακομεταχείριση σ’ εκείνην των Γερμανών.
Η σχέση μεταξύ των Ναζί κατακτητών και των Ελλήνων ομολόγων τους ήταν τόσο καλή που οι Γερμανοί ήταν πρόθυμοι να εμπιστευτούν στους Έλληνες ευαίσθητες πληροφορίες. Τον Ιανουάριο του 1943, οι Γερμανοί έδωσαν στην Ελληνική δωσίλογη κυβέρνηση της Αθήνας προειδοποίηση περίπου δύο μηνών για τις εκτοπίσεις. Ο GüntherAltenburg, ο de facto Γερμανός πρέσβης, συναντήθηκε με τον δοσίλογο Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Λογοθετόπουλο προκειμένου να τον ενημερώσει για την επικείμενη απέλαση των Ελλήνων Εβραίων στην Πολωνία. Μετά τη συζήτησή τους, ο Altenburg ενημέρωσε το Βερολίνο ότι "δεν αναμένει δυσκολίες" από τον Λογοθετόπουλο.
Αντί να σημάνουν συναγερμό, οι Ελληνικές αρχές χρησιμοποίησαν την προειδοποίηση για να επιβάλουν τα Γερμανικά μέτρα που αποσκοπούσαν στην απομόνωση του Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Κατά το διάστημα του Φεβρουαρίου και του Μαρτίου του 1943, οι Ελληνικές αρχές της Θεσσαλονίκης εφάρμοσαν Γερμανικές εντολές που απομάκρυναν τους Εβραίους από δημόσιους φορείς και ενώσεις, τους υποχρέωσαν να φορέσουν το κίτρινο άστρο και τους απαγόρευσαν να χρησιμοποιούν τη δημόσια συγκοινωνία. Η Ελληνική διοίκηση βοήθησε τους Γερμανούς να περιορίσουν τους Εβραίους σε δύο βασικά γκέτο τα οποία δεν υπήρχαν ποτέ πριν στη Θεσσαλονίκη κι έβαλαν γύρω τους Έλληνες φρουρούς.
Η διαδικασία συνδρομής στις απελάσεις ακολουθήθηκε άμεσα από άλλες πρωτοβουλίες. Στις 15 Μαρτίου 1943, η Ελληνική Αστυνομία οδήγησε τους Εβραίους στον σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης. Δεκαοκτώ τρένα, που παρείχαν οι Ελληνικοί σιδηρόδρομοι, μετέφεραν 45.324 Εβραίους στο Άουσβιτς. Κατά την άφιξή τους εκεί, οι Γερμανοί έστειλαν τους περισσότερους στους θαλάμους αερίων. Μέχρι το τέλος του πολέμου είχαν μείνει μόνο 2.000 Εβραίοι στη Θεσσαλονίκη.
Έλληνες αξιωματούχοι εγκαινίασαν επίσης τα δικά τους μέτρα εναντίον των Εβραίων. Την άνοιξη του 1943, Ιταλοί προξενικοί υπάλληλοι εξέδωσαν έγγραφα προστασίας σε 75 Εβραίους της πόλης με εμφανείς δεσμούς με την Ιταλία. Οι Γερμανοί δεν μπορούσαν ν’ απαντήσουν επιθετικά στη συμπεριφορά των Ιταλών συμμάχων τους ενώ και οι Ελληνικές αρχές έπρεπε να είναι προσεκτικές καθώς η Ιταλία, μαζί με τη Γερμανία, ήταν δύναμη κατοχής στην Ελλάδα και μπορούσε να προβεί σε αντίποινα. Παρ’ όλα αυτά, Έλληνες αξιωματούχοι κατέσχεσαν τα έγγραφα. Οι Γερμανοί στη συνέχεια συνέλαβαν τους Εβραίους και τους απέλασαν.
Μέχρι τα τέλη του 1944, καθώς ο πόλεμος έμπαινε στην τελική φάση του και οι Γερμανοί ετοιμάζονταν ν’ αποχωρήσουν από την Ελλάδα, μόνο 13 Εβραίοι φαίνεται να είχαν μείνει στη Θεσσαλονίκη. Ο Ερυθρός Σταυρός, δωροδοκίες και, σε μία περίπτωση, ένα Αμερικανικό διαβατήριο έσωσαν πέντε απ’ αυτούς. Έλληνες συνεργοί πυροβόλησαν τους υπόλοιπους οκτώ στις 8 Σεπτεμβρίου 1944.
Η τυπική εξήγηση γι’ αυτό το είδος της συμπεριφοράς είναι ότι η αψήφηση των Γερμανών ήταν επικίνδυνη, με τον κίνδυνο να εξαναγκάζει τους συνεργάτες των Ναζί να συμμορφώνονται με τις Γερμανικές διαταγές. Αυτό παραβλέπει το γεγονός ότι οι Έλληνες διοικούντες και οι απλοί πολίτες της Θεσσαλονίκης αντιτίθονταν σε πολλές περιπτώσεις στις Γερμανικές ενέργειες, με σημαντικό συχνά ρίσκο. Πολύ λίγοι όμως ήταν διατεθειμένοι να μετάσχουν σε τέτοιους ηρωισμούς για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης.
*Ο Αντρέας Αποστόλου είναι ένας ιστορικός που εδρεύει στην Ουάσιγκτον.
πηγη http://www.cohen.gr/
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου