Γράφει ο Θοδωρής Μπουφίδης,
Έχουν ήδη κυλήσει σχεδόν τεσσεράμιση χρόνια από την πρώτη δημοσίευση των Χαμπεριών και συχνά με ρωτάνε γιατί επέλεξα να γράφω, να αναρτώ και γιατί ακόμα συνεχίζω να το πράττω. Μπορώ να πω οτι το κάνω για κάμποσους λόγους που τις περισσότερες φορές έχουν σχέση κυρίως με την ψυχική μου πλήρωση.
Άλλες φορές κατακλύζομαι από αρχαιοιστορικό οίστρο και διάθεση να καταγράψω την κληρονομιά του ενδόξου παρελθόντος και εφόσον η σημερινή της μορφή βρίσκεται σε ανασφαλή θέση, να “διασωθεί” κάτι από αυτήν έστω φωτογραφικά ή σαν μαρτυρία του παρόντος προς τις επόμενες γενιές και εποχές.
Για τούτη την ανάρτηση περιηγήθηκα πάλι στο μήκος των Θεοδοσιανών Τειχών της Πόλης, καταγράφοντας και παραθέτοντας όλες τις επιγραφές που έχουν κατορθώσει να “επιβιώσουν” ως σήμερα.
Άλλες φορές κατακλύζομαι από αρχαιοιστορικό οίστρο και διάθεση να καταγράψω την κληρονομιά του ενδόξου παρελθόντος και εφόσον η σημερινή της μορφή βρίσκεται σε ανασφαλή θέση, να “διασωθεί” κάτι από αυτήν έστω φωτογραφικά ή σαν μαρτυρία του παρόντος προς τις επόμενες γενιές και εποχές.
Για τούτη την ανάρτηση περιηγήθηκα πάλι στο μήκος των Θεοδοσιανών Τειχών της Πόλης, καταγράφοντας και παραθέτοντας όλες τις επιγραφές που έχουν κατορθώσει να “επιβιώσουν” ως σήμερα.
Εμπνευστής σε τούτη την απόπειρα στάθηκε ο Αλέξανδρος Πασπάτης, χάρις στις δικές του περιηγήσεις και συγγράματα στο δεύτερο μισό του 1800. Περίπου 150 χρόνια αργότερα πραγματοποιώ τις ίδιες πορείες, παρατηρήσεις και καταγραφές. Τα μειονεκτήματά μου σε σχέση με τις δικές του περιηγήσεις είναι δεκάδες και αφορούν κυρίως το πρόσωπό μου. Τουλάχιστον διατηρώ ως προβάδισμα την τεχνολογική υποστήριξη μέσω της φωτογραφίας.
Επιπλέον ώθηση έλαβα από την επιθυμία “φρεσκαρίσματος” του τρόπου παρουσίασης των αρχαιολογικών και ιστορικών ιδιαιτεροτήτων, αφού σε σχέση με τις ογκωδέστατες και δυσανάγνωστες περιγραφές του παρελθόντος, η διαχείριση και η διάδωση των πληροφοριών στην εποχή μας στηρίζεται στη μικρή και σύντομη είδηση.
Θεώρησα αναγκαία την προσέγγιση και την αναφορά σε αυτόν, διότι επιθυμώ να έχω την απαραίτητη σύνδεση με το παρελθόν, για να μπορεί να υπάρξει κάποτε και η σύζευξη με το μέλλον.
Έτσι λοιπόν, προσπερνώντας κάπως βιαστικά το αρχικό βόρειο τμήμα των Θεοδοσιανών Τειχών και την Πύλη της Αδριανούπολης, άρχισα να περιεργάζομαι και να καταγράφω σπιθαμή προς σπιθαμή της επιγραφές και τα σύμβολα στο μήκος των προμαχώνων της Βασιλεύουσας.
Επιπλέον ώθηση έλαβα από την επιθυμία “φρεσκαρίσματος” του τρόπου παρουσίασης των αρχαιολογικών και ιστορικών ιδιαιτεροτήτων, αφού σε σχέση με τις ογκωδέστατες και δυσανάγνωστες περιγραφές του παρελθόντος, η διαχείριση και η διάδωση των πληροφοριών στην εποχή μας στηρίζεται στη μικρή και σύντομη είδηση.
Θεώρησα αναγκαία την προσέγγιση και την αναφορά σε αυτόν, διότι επιθυμώ να έχω την απαραίτητη σύνδεση με το παρελθόν, για να μπορεί να υπάρξει κάποτε και η σύζευξη με το μέλλον.
Έτσι λοιπόν, προσπερνώντας κάπως βιαστικά το αρχικό βόρειο τμήμα των Θεοδοσιανών Τειχών και την Πύλη της Αδριανούπολης, άρχισα να περιεργάζομαι και να καταγράφω σπιθαμή προς σπιθαμή της επιγραφές και τα σύμβολα στο μήκος των προμαχώνων της Βασιλεύουσας.
Ορισμένες επιγραφές είναι αρκετά δύσκολο να παρατηρηθούν αφού το πέρασμα του χρόνου τις έχει αλλοιώσει σε μεγάλο βαθμό. Μία τέτοια επιγραφή βρίσκεται στο διάζωμα της Πέμπτης Πύλης, η οποία στα λατινικά αναφέρει: “Portarum valido firmavit omine muros pusaeus magno non minor Anthemio”, που σημαίνει:” Των Πυλών τα Τείχη δυνατώτατα στερέωσε ο Πουσαίος, ουκ ελάσσων του μεγάλου Ανθεμίου”. Η επιγραφή χαράκτηκε μάλλον κατά την περίοδο της Λατινικής κατάκτησης, ενώ στο μέσον της φέρει έναν μεγάλο Σταυρό που πιθανολογώ οτι προυπήρχε. Είναι αμφίβολο για πόσο ακόμα χρονικό διάστημα θα συνεχίσει να διακρίνεται τούτη η επιγραφή, πριν ξεφτύσει εντελώς και περάσει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας ως ανάμνηση.
Ορισμένες επιγραφές και σύμβολα έχουν διαφύγει της παρατήρησης προηγουμένων περιηγητών, κυρίως λόγω της ταπεινότητάς τους αλλά και της μεταβολής της τοπογραφίας ολόκληρης της περιοχής δίπλα από τα Τείχη. Ας μην λησμονούμε πως τον προπροηγούμενο αιώνα αλλά και παλιότερα, η περιοχή είχε αρκετά διαφορετική όψη με ανάλογες δυσκολίες προσέγγισης πολλών σημείων των Τειχών.
Υπάρχουν όμως και μεταγενέστερες επιγραφές αφιερωμένες σε κατορθώματα και θρύλους των Τούρκων, όπως εκείνη που είναι αφιερωμένη στον Uluabatlı Hasan, τον σπάχη πολεμιστή που απέκτησε διαστάσεις θρύλου στην Άλωση της Πόλης. Σύμφωνα με αυτήν την εκδοχή ο Χασάν ήταν ανάμεσα στην μικρή ομάδα ανθρώπων που κατάφερε να εισχωρήσει εντός των Τειχών και εκείνος που πρώτος ύψωσε την τουρκική σημαία στην κορυφή του πύργου, πριν πέσει νεκρός από τα βέλη των Βυζαντινών. Η ατεμίζουσα τουρκική σημαία εντός των προμαχώνων της Πόλης, προκάλεσε πανικό στους υπερασπιστές της και παράλληλα ανύψωσε το ηθικό των Οθωμανών, δίνοντάς τους την τελική ώθηση στις τελευταίες στιγμές της μάχης.
Η έλλειψη εχθροπραξιών στην Πύλη της Μελανδησίας διατήρησε τις επιγραφές της σχεδόν ακέραιες ως σήμερα. Η παρατήρησή τους μου θύμισε την αρχική αδυναμία που είχα όταν τις πρωτοαντίκριζα. Καλά καλά δεν μπορούσα να ξεχωρίσω ή να αναγνωρίσω τις αναγραφόμενες λέξεις, ενώ έφερε ξεκάθαρα και πάλι στο προσκήνιο σκέψεις γύρω από την πορεία της γλώσσας μας. Σίγουρα ένα χαρακτηριστικό της μαγείας της είναι η πορεία που διαγράφει, τα μονοπάτια που ακολουθεί, η μετεξέλιξη και προσαρμογή της στην εκάστοτε εποχή και συνθήκες. Αρκεί όμως να μην αποκοπεί από τον “ομφάλιο λώρο” του παρελθόντος διότι τότε υπάρχει ο κίνδυνος, ειδικότερα σε περιόδους κρίσης και παρακμής, η πορεία της να οδηγήσει στην συρρίκνωση και να καταστήσει αμφίβολη την επιβίωσή της, κατά συνέπεια στην συρρίκνωση και αμφίβολη επιβίωση ενός ολόκληρου πολιτισμού.
… |
Η άνω επιγραφή αφορά τον Κύρο, το χριστιανικό όνομα του οποίου ήταν Κωνσταντίνος. Εδώ μνημονεύεται για το κατόρθωμα της κατασκευής μέρους του διπλού Τείχους, τειχει τείχος, σε 60 ημέρες, ήμασιν.
“THEODOSII JUSSIS GEMINO NEC MENSE PERACTO CONSTANTINOS OVANS HAEC MOENIA FIRMA LOCAVIT TAM CITO TAM STABILEM PALLAS VIX CONDERET ARCEM” |
Η άνω επιγραφή ουσιαστικά αναφέρει οτι και οι προηγούμενες ελληνικές. Έχει τοποθετηθεί σε αυτό το σημείο επίτηδες αφού εκείνη την περίοδο αρκετό μέρος του πληθυσμού της Πόλης δεν γνώριζε ελληνικά. Μου προξενεί μεγάλη εντύπωση η αναφορά της Παλλάδος ως μόνη ισάξια να κατασκευάσει τα Τείχη τόσο γρήγορα και τόσο σταθερά όπως ο Κύρος (Κωνσταντίνος), δείγμα οτι οι γλώσσες και οι θρησκείες ακόμη συνυπήρχαν στην καρδιά της αυτοκρατορίας στις αρχές του 5ου αιώνα. Ένα ακόμα συμπέρασμα που μπορεί να καταλήξει κάποιος είναι οτι ο ελληνόφωνος πλυθησμός είχε πλέον αγκαλιάσει την χριστιανική πρόταση.
Ελλειπής διάκοσμος και κατά συνέπεια ακατανόητη επιγραφή στην κορυφή της Μελανδήσιας Πύλης |
Μαρμάρινη επιγραφή σε πύργο λίγο πριν την Πύλη της Σηλυβρίας. “ΛΕΩΝ ΣΥΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΩ ΣΚΗΠΤΟΥΧΟΙ ΤΟΝ ΔΕ ΗΓΕΙΡΑΝ ΠΥΡΓΟΝ ΤΩΝ ΒΑΘΡΩΝ ΣΥΜΠΤΩΘΕΝΤΑ”. Του 8ου αιώνα. |
“ΠΥΡΓΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΑΥΤΟΚΡΑΤΌΡΩΝ” |
Η παρουσία ονομάτων στις επιγραφές των πύργων και των υπολοίπων τμημάτων των Τειχών βοηθούν στην χρονική ταυτοποίηση των επισκευών και των εργασιών που διαχρονικά συντελούνταν στα Τείχη. Έτσι η επιγραφή λίγο πιο πάνω, υποδηλώνει τον Βασίλειο Βουλγαροκτόνο και τον αδερφό του Κωνσταντίνο, ενώ ο πύργος ανεγέρθη στην περίοδο μεταξύ του 975 και 1025.
Όμως το ευστοχότερο χρονολογικό αποτύπωμα των επιγραφών και των εργασιών συντήρησης αποτυπώνεται στο τέλος των επιγραφών με την μορφή γραμμάτων. Οι χρονολογίες στην βυζαντινή περίοδο αποδίδονταν με 27 ελληνικούς χαρακτήρες και είχαν σαν αφετηρία το 5508, αφού υποτίθεται οτι τότε δημιουργήθηκε ο κόσμος.
Όμως το ευστοχότερο χρονολογικό αποτύπωμα των επιγραφών και των εργασιών συντήρησης αποτυπώνεται στο τέλος των επιγραφών με την μορφή γραμμάτων. Οι χρονολογίες στην βυζαντινή περίοδο αποδίδονταν με 27 ελληνικούς χαρακτήρες και είχαν σαν αφετηρία το 5508, αφού υποτίθεται οτι τότε δημιουργήθηκε ο κόσμος.
Επιγραφές και πλάκες δεν υπάρχουν μόνο στις προσόψεις των πύργων και των τειχών αλλά και στις πίσω πλευρές τους. Κάτι τέτοιο υπάρχει στον πίσω πύργο της Πύλης της Σηλυβρίας, σε δυσεύρετη θέση. Αναφέρεται το όνομα του χορηγού Μανουήλ Βρυεννίου, προγόνου των Αυτοκρατόρων της Τραπεζούντας, Κομνηνών.
Επίσης παρατήρησα πως με το πέρασμα των αιώνων υπάρχει λεπτομερέστερη αναφορά και έμφαση στην χρονική περίοδο που συντελούνται οι εργασίες επιδιόρθωσης των Τειχών. Στην συγκεκριμένη επιγραφή αναφέρονται τόσο οι Αυτοκράτορες εκείνης της περιόδου, όσο και η ημερομηνία με αναφορά ακόμα και στον μήνα.
Επίσης παρατήρησα πως με το πέρασμα των αιώνων υπάρχει λεπτομερέστερη αναφορά και έμφαση στην χρονική περίοδο που συντελούνται οι εργασίες επιδιόρθωσης των Τειχών. Στην συγκεκριμένη επιγραφή αναφέρονται τόσο οι Αυτοκράτορες εκείνης της περιόδου, όσο και η ημερομηνία με αναφορά ακόμα και στον μήνα.
Η επιγραφή στο πίσω μέρος των Τειχών, η οποία αναφέρει: |
Πολλές πλάκες από άλλα σημεία τοποθέτηθηκαν σε κενά σημεία των Τειχών κατά την τελευταία πολιορκία |
“…ΝΟΝ ΝΟΥΣ Η ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΝΗΜΗΣ ΕΝΘΑΔΕ ΚΕΙΤΑΙ…” και έπειτα υποθέτω πως ακολουθεί η ημερομηνία γεννήσεως και θανάτου. Η πλάκα βρίσκεται σε πολύ υψηλό σημείο και μάλλον μεταφέρθηκε εκεί από μνήματα της κοντινής Μονής της Ζωοδοχου Πηγής |
Απομεινάρια επιγραφής που πλήρης λογικά ανέφερε: “ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΟΛΛΑ ΤΑ ΕΤΗ “ |
Κατευθυνόμενος προς την Προποντίδα, λίγο πριν την Πύλη του Ρηγίου, η προσμονή μου μεγάλωνε αφού ανυπομονούσα να παρατηρήσω την πιο αινιγματική επιγραφή των Χερσαίων Τειχών. Ήδη από τον προπερασμένο αιώνα είχε εξάψει την φαντασία και την περιέργεια των Ελλήνων περιηγητών. Η επιγραφή ανέφερε: “ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ……ΑΥΤΟΚΡΑΤΌΡΟΣ”, ενώ έλειπαν κάποια κομμάτια της.
Είναι αινιγματική επειδή μνημονεύει κάτι που δεν συνέβη αφού ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος δεν στέφθηκε ποτέ Αυτοκράτορας. Έλαβε βέβαια ευλογία στέψης στον Μυστρά πριν έρθει στην Πόλη αλλά επίσημη στέψη στην Βασιλεύουσα δεν έγινε ποτέ. Οι συνθήκες ήταν κρίσιμες, δύσκολες και πολύπλοκες, όπως για παράδειγμα με ενωτικό Πατριάρχη και ανθενωτικό κλήρο, όπου όλοι στρέφονταν εναντίον όλων με την πρώτη ευκαιρία. Για να μην δοθεί όμως αφορμή στους κακεντρεχείς, πρέπει να τονιστεί πως ήταν ο έννομος Αυτοκράτορας και η νομιμότητά του καθαγιάστηκε με το αίμα του!
Στην σημερινή θέση του πύργου όμως δεν έχει διασωθεί σχεδόν τίποτα. Η επιγραφή έχει σχεδόν καταστραφεί, όπως τόσες άλλες, τόσο από την φθορά του χρόνου και των φυσικών φαινομένων όσο και από τα έργα αποκατάστασης υπο την εποπτεία της UNESCO.
Και όμως κοιτώντας τους σχεδόν διαλυμένους πλίνθους της, άλλοτε, αινιγματικής επιγραφής, η σκέψη μου ταξιδεύει σε άλλες διαστάσεις και η φαντασία οργιάζει…
Είναι αινιγματική επειδή μνημονεύει κάτι που δεν συνέβη αφού ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος δεν στέφθηκε ποτέ Αυτοκράτορας. Έλαβε βέβαια ευλογία στέψης στον Μυστρά πριν έρθει στην Πόλη αλλά επίσημη στέψη στην Βασιλεύουσα δεν έγινε ποτέ. Οι συνθήκες ήταν κρίσιμες, δύσκολες και πολύπλοκες, όπως για παράδειγμα με ενωτικό Πατριάρχη και ανθενωτικό κλήρο, όπου όλοι στρέφονταν εναντίον όλων με την πρώτη ευκαιρία. Για να μην δοθεί όμως αφορμή στους κακεντρεχείς, πρέπει να τονιστεί πως ήταν ο έννομος Αυτοκράτορας και η νομιμότητά του καθαγιάστηκε με το αίμα του!
Στην σημερινή θέση του πύργου όμως δεν έχει διασωθεί σχεδόν τίποτα. Η επιγραφή έχει σχεδόν καταστραφεί, όπως τόσες άλλες, τόσο από την φθορά του χρόνου και των φυσικών φαινομένων όσο και από τα έργα αποκατάστασης υπο την εποπτεία της UNESCO.
Και όμως κοιτώντας τους σχεδόν διαλυμένους πλίνθους της, άλλοτε, αινιγματικής επιγραφής, η σκέψη μου ταξιδεύει σε άλλες διαστάσεις και η φαντασία οργιάζει…
Τόσα πολλά σημεία των επιγραφών έχουν αλλοιωθεί, κρατώντας τις πληροφορίες για πάντα αναπάντητες |
Σταυροί ακόμα στα Τείχη της Θεοφύλαχτης |
Η φαντασία οργιάζει αφού η αινιγματική επιγραφή δεν υπάρχει πια. Απόρροια του χρόνου, των καιρικών συνθηκών και της ενσφαλμένης αποκατάστασης των Τειχών |
Οθωμανική πλάκα δίπλα από την Πύλη του Επταπυργίου |
Τα σημεία των Τειχών που ακολουθούν της απόμακρης Χρυσής Πύλης φέρουν επίσης αξιόλογες και καλοδιατηρημένες επιγραφές, τις οποίες με διάθεση δεινού ιστοριοδίφη κατέγραψα.
“ΠΑΣΙ ΡΩΜΑΙΟΙΣ ΜΕΓΑΣ…
|
…ΔΕΣΠΟΤΗΣ ΗΓΕΙΡΕ…
|
…ΡΩΜΑΝΟΣ…
|
…ΝΕΟΝ ΠΑΜΜΕΓΙΣΤΟΝ… |
…ΠΥΡΓΟΝ ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ”. Πιθανόν να είναι ο Ρωμανός Λεκαπηνός (920-944)
|
Η τελυταία επιγραφή των Τειχών, λίγο πριν την όχθη της Προποντίδας, τοποθετείται ανάμεσα στα έτη 975 και 1025. Παρατηρώντας κάθε γράμμα και πλάκα από τις όχθες του Κεράτιου κόλπου ως την θάλασσα του Μαρμαρα, ένα από τα πρώτα συμπεράσματα που απορρέουν είναι οτι οι επιδιορθώσεις και οι οχυρωματικές εργασίες ήταν συνεχείς και αποτελούσαν διαχρονικό μέλημα και προτεραιότητα των Αυτοκρατόρων.
Η τελευταία επιγραφή των Θεοδοσιανών Τειχών: “ΠΥΡΓΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΚΑΙ…
|
…ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ…
|
…ΠΙΣΤΩΝ ΕΝ…
|
…Χ(ΡΙΣΤ)Ω ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΩΝ…
|
…ΕΥΣΕΒΕΙΣ…
|
…ΒΑΣΙΛΕΙΣ ΡΩΜΑΙΩΝ”
|
Αυτές λοιπόν είναι οι εναπομείναντες επιγραφές των Θεοδοσιανών Τειχών, οι οποίες ειναι τουλάχιστον κατά ένα 1/3 λιγότερες από αυτές που αναφέρονται πριν από 2 αιώνες. Η σημερινή φωτογράφισή τους αποτελεί μια σπουδαία καταγραφή, αφού κανείς δεν μπορεί να πεί με βεβαιότητα για πόσο ακόμα θα στέκουν, αντέχοντας στην φθορά του χρόνου, της φύσης και της ανθρώπινης ασέβειας.
Όμως σε καθετί φθαρτό υπάρχει και η άλλη υπόσταση, η άφθαρτη. Και έτσι ακόμα και αν στο μέλλον τα Τείχη και οι επιγραφές τους φθειρούν κι άλλο ή χαθούν, αυτό δεν σημαίνει και την εξαφάνισή τους, μιάς και όλα αυτά θα συνεχίσουν να υπάρχουν στις σκέψεις και στην καρδιά μας. Όπως άλλωστε συμβαίνει με ολάκερη την βυζαντινή κληρονομιά, η οποία ζει μέσα μας και καθορίζει την καθημερινότητά μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου