Σε ένα από τα δεκάδες οδοφράγματα γύρω από την πόλη του Ντονιέτσκ κυματίζει μια τεράστια σημαία με το πρόσωπο του Ιησού σε κόκκινο φόντο. Αν την έβλεπες από μεγάλη απόσταση, χωρίς να ξέρεις ποιον απεικονίζει, θα πίστευες ότι σχεδιάστηκε πρόσφατα από κάποιο γραφίστα στο Μανχάταν ή το Βερολίνο. Μόνον όταν πλησιάσεις εμφανίζεται το αντιδραστικό πρόσωπο, που κάθε θρησκεία κουβαλά μέσα της. Η ίδια σημαία κυματίζει πλέον και στην κορυφή του κτιρίου που φιλοξενεί τη νεοσυσταθείσα κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονιέτσκ. Και από κάτω κάποιος έχει σχηματίσει με μονωτική ταινία τη φράση «Οχι στον φασισμό».
Περνώντας πριν από περίπου μία εβδομάδα τα σύνορα του Ντονιέτσκ θέταμε το ρώτημα εάν υπάρχει κάτι «λαϊκό» στις δύο «λαϊκές δημοκρατίες» που γεννήθηκαν στις στάχτες του εμφυλίου ή εάν απλώς πήραν το όνομά τους από ένα εγχειρίδιο δημιουργίας κρατών που έμενε για χρόνια σκονισμένο στα γραφεία κάποιας ρωσικής υπηρεσίας.
Για τους αξιωματούχους της κυβέρνησης, τους πολιτοφύλακες αλλά και τους απλούς κατοίκους που συναντήσαμε, τα ερωτήματα αυτά είχαν περάσει και πάλι στο περιθώριο καθώς η πόλη δεχόταν νέες επιθέσεις από τις φιλοευρωπαϊκές – φιλοφασιστικές δυνάμεις που παρέμεναν ταμπουρωμένες εδώ και μήνες στο αεροδρόμιο της πόλης. Είναι δύσκολο να αναζητάς τα κοινωνικά και πολύ περισσότερο τα ιδεολογικά χαρακτηριστικά ενός κινήματος ανάμεσα σε σειρήνες ασθενοφόρων που περισυλλέγουν πτώματα από σχολεία και τις συνεχείς βολές του πυροβολικού που κάνουν τα τζάμια να τρίζουν σε απόσταση αρκετών χιλιομέτρων. Βγαίνοντας όμως από τα σύνορα αξίζει να διακινδυνεύσει κανείς έναν πρώτο απολογισμό.
Οσοι περίμεναν να βρουν στη Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονιέτσκ κάποιο ένοπλο αντάρτικο που μάχεται για τα σοσιαλιστικά ιδεώδη θα πρέπει να αλλάξουν… πλευρό. Τα θρησκευτικά και εθνικιστικά σύμβολα και κυρίως οι ομάδες της παλιάς ουκρανικής μαφίας και του παρακράτους, που κυκλοφορούν με οπλοπολυβόλα στο κέντρο της πόλης, γκρεμίζουν απότομα τα όνειρα μιας κοινωνικής επανάστασης.
Εξίσου εκτός πραγματικότητας όμως βρίσκονται και όσοι παρουσιάζουν τις λεγόμενες «δυνάμεις αυτοάμυνας του Ντονιέτσκ» μόνον ως μεταμφιεσμένους Ρώσους στρατιώτες, που άφησαν για λίγο τις μονάδες τους στην Τσετσενία και ήρθαν να επιβάλουν την κυριαρχία της Μόσχας στην ομοσπονδία της Νοβορωσίας. Προφανώς, η στάση που θα κρατήσει τελικά το Κρεμλίνο θα αποδειχθεί καθοριστική για την επιβίωση του νέου κρατικού μορφώματος, όμως οι καθημερινές μάχες δεν δίνονται από το ρωσικό γενικό επιτελείο, αλλά από πρώην εργάτες και υπαλλήλους που άφησαν τη δουλειά τους για να πολεμήσουν, όπως λένε, τον «φασισμό του Κιέβου». Αρκεί να παρακολουθήσεις μια πρωινή επιθεώρηση δυνάμεων της πολιτοφυλακής για να καταλάβεις ότι οι άνθρωποι με τα αταίριαστα αμπέχονα, που άλλοτε φορούν κυνηγετικές μπότες και άλλοτε σκαρπίνια, δεν είναι μέλη κάποιας επίλεκτης στρατιωτικής ομάδας, αλλά άνθρωποι σαν εμάς που από τη μια μέρα στην άλλη βρέθηκαν με ένα όπλο στο χέρι.
Από μόνη της η συμμετοχή ευρύτατων λαϊκών στρωμάτων στις δυνάμεις της πολιτοφυλακής προσφέρει στο εγχείρημα ορισμένα χαρακτηριστικά που συναντώνται μόνο σε επαναστατικές διαδικασίες. Οι ένοπλοι που μας σταματούσαν συνεχώς για έλεγχο, καθώς κινούμασταν από το Ντονιέτσκ προς το Λουγκάνσκ, δεν είναι συμμορίες ληστών και τρομοκρατών, όπως τους παρουσιάζει η προπαγάνδα του Κιέβου, αλλά καλά οργανωμένα τμήματα ενός αντάρτικου μηχανισμού που καλείται να προστατεύσει την πόλη. Τις περισσότερες φορές ήταν πολύ πιο ευγενικοί από τον μέσο αστυνομικό που θα σε σταματήσει για έλεγχο ταυτότητας στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη. Ισως γιατί οι πρώτοι δηλώνουν αφιερωμένοι σε έναν ανώτερο σκοπό, ενώ οι δεύτεροι κάνουν απλώς μια επίδειξη προσωπικής εξουσίας υπηρετώντας έναν μηχανισμό που δεν αισθάνεται την ανάγκη να δίνει εξετάσεις σε κάθε του κίνηση.
Είναι όμως η λαϊκή συμμετοχή επαρκής για να δώσει το δικό της στίγμα σε μια αντιπαράθεση όπου κυριαρχούν τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ και της Ρωσίας, ενώ παράλληλα κρίνεται η ταξική μάχη ανάμεσα στους παλιούς ολιγάρχες, τη νεοφιλελεύθερη πολιτική του Κιέβου και τα ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας;
Στη σημερινή της μορφή η Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονιέτσκ δεν μπορεί να αποτελεί πρότυπο για κανέναν – σε ποιον εμφύλιο πόλεμο άλλωστε υπήρξε μια παράταξη που να πληρούσε τις προϋποθέσεις ιδεολογικού θερμοκηπίου που ονειρεύονται ορισμένοι; Για όσο διάστημα όμως οι δύο ανεξάρτητες Δημοκρατίες του Ντονιέτσκ και του Λουγκάνσκ συγκρούονται με το Κίεβο, βρίσκονται σε πόλεμο και με όσα αυτό εκπροσωπεί: την υποταγή στο ΝΑΤΟ, την Ε.Ε., την Ουάσινγκτον και το ΔΝΤ.
«Τι με ρωτάτε πώς φαντάζομαι το μέλλον», μας είπε ο οδηγός που μας μετέφερε προς τα σύνορα, την τελευταία ημέρα της αποστολής στο Ντονιέτσκ, «μπορεί να παραμείνουμε ανεξάρτητα κράτη ή να προσαρτηθούμε μια μέρα στη Ρωσία. Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν θα ξαναγυρίσουμε ποτέ στην Ουκρανία».
ΥΓ.: Καθώς γράφονταν αυτές οι γραμμές οι δυνάμεις της πολιτοφυλακής υποστήριζαν ότι κατέλαβαν το αεροδρόμιο του Ντονιέτσκ, στο οποίο έλεγαν ότι έβρισκαν καταφύγιο οι φασιστικές δυνάμεις του Δεξιού Τομέα και άλλων ακροδεξιών ομάδων που συνεργάζονται με τον ουκρανικό στρατό. Η Ευρωπαϊκή Ενωση είχε απειλήσει ότι θα επιβάλει κυρώσεις εάν οι αντάρτες έπαιρναν τον έλεγχο του αεροδρομίου.
Άρης Χατζηστεφάνου
Εφημερίδα των Σύντακτων 4/10/2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου