Το όνομα Αβακιάν είναι συνώνυμο με τους ξηρούς καρπούς στην πόλη της Κατερίνης. Έρχονται στην Ελλάδα με την ανταλλαγή, ακολουθώντας τη μοίρα των χριστιανικών πληθυσμών της Τουρκίας και φέρνουν μαζί τους την παράδοση της Ανατολής στην επεξεργασία του στραγαλιού, του ηλιόσπορου, του κολοκυθόσπορου, του φιστικιού και των άλλων ξηρών καρπών.
Συνάντησα τον πατέρα Δανιήλ στο εργαστήριο, κατάστημα σήμερα, της οδού Δαγκλή 2 (κοντά στο δημοτικό ωδείο), στα Ευαγγελικά. Μια ολόκληρη ζωή αφιερωμένη στους μερακλίδικους αυτούς καρπούς που ακόμη και οι λέξεις αναδύουν το άρωμά τους. Ήρθαν, λέει, το ’22 στην Κατερίνη, ο Πέτρος Αβακιάν με τη γυναίκα του Σοφία Ντουγμετσιάν, προερχόμενοι απ’ το Αφιόν Καραχισάρ της Τουρκίας. Αυτό που ήξεραν να κάνουν εκεί ξεκίνησαν κι εδώ κι έτσι ανοίγουν το πρώτο εργαστήριο κοντά στο σπίτι που έμεναν στην Αγία Τριάδα. Τα στραγάλια γίνονται από ρεβίθια και στην περιοχή μας καλλιεργούσαν τέτοια στα χωράφια της Σεβαστής. Η ποιοτική πρώτη ύλη, η παλιά τέχνη με τα μυστικά της και η υπομονή σε όλα τα στάδια της επεξεργασίας, φέρνουν το επιθυμητό αποτέλεσμα και δημιουργούν την παράδοση.
Στη δουλειά μπαίνουν όλοι οι άντρες της οικογένειας, ο Ησαΐας, ο Γιάννης (Κεγάμ) και ο Δανιήλ. Στην όμορφη φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο είναι όλοι παρόντες. Κάτω και πρώτος από δεξιά είναι ο Πέτρος Αβακιάν, ο γενάρχης, ενώ δεύτερη από αριστερά η γυναίκα του Σοφία. Δίπλα του είναι η πεθερά του η Νουβάρτ και ο πεθερός του Κανίκ Ντουγμετσιάν. Πρώτος και όρθιος από αριστερά ο Ησαίας, δεύτερος από δεξιά ο Κεγάμ και πρώτος από δεξιά ο Δανιήλ. Ο τελευταίος στήνει το εργαστήριο και τη λιανική του, σ’ ένα κατάστημα δίπλα στο φωτογραφείο του Βέργα, κοντά στο στενό που ήταν τα θερινά Διονύσια. Σ’ ένα μικρό φουρνάκι ψήνει τα στραγάλια και τους άλλους καρπούς. Η περίφημη βόλτα της «Μεγάλης Αλεξάνδρου» κάνει πάντα μια στάση εκεί για σπόρια, φιστίκια και στραγάλια. Το 1974 όμως μετακομίζει στον ιδιόκτητο χώρο της οδού Δαγκλή, όπου μέχρι το 2000 συνεχίζει να φτιάχνει τα στραγάλια του με τον ίδιο παραδοσιακό τρόπο που έμαθε απ’ τον πατέρα του.
Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Ησαΐας, μετέφερε την τέχνη τους στη Θεσσαλονίκη, ενώ ο άλλος αδελφός του, ο Γιάννης (Κεγάμ), είχε το μαγαζί του στη Μεγάλου Αλεξάνδρου 74, κάτω από το παλιό Ι.Κ.Α και το εργαστήριό του κάπου στην οδό Κρέσνας.
Μεγαλώνουν και τα παιδιά του Δανιήλ μέσα στ’ αρώματα του καβουρδισμένου ξηρού καρπού, που αφήνει την ψυχή του να αιχμαλωτίσει τις άλλες οσμές και να κυριαρχήσει στον αέρα. Τα αρώματα αυτά εξάλλου περιέχουν μια ιδιαίτερη συμβολική σημασία που βασίζεται στο μεράκι γι’ αυτή τη δουλειά. Η αγάπη για την τέχνη τους δεν παραμένει μόνο ατομική αλλά και οικογενειακή υπόθεση. Ο Δανιήλ γίνεται παράδειγμα εργασίας στα παιδιά του και ο μέντοράς τους στα μυστικά του ξηρού καρπού. Έτσι, ο Πέτρος, ο Χατζίκος, ο Στέφανος και η αδελφή τους η Σοφία, προσπαθούν να συντηρήσουν το δύσκολο συνδυασμό της παράδοσης με την ποιότητα. Ανταποκρινόμενοι στις αλλαγές της εποχής και στις νέες «ανάγκες» των ανθρώπων πάνε την υπόθεση λίγο πιο πέρα. Ο στόχος τους είναι να συνεχίσουν την ίδια κουλτούρα, με νέα μέσα. Αξιοποιώντας την τεχνολογία, φτιάχνουν το 2002 μια σύγχρονη μονάδα παραγωγής και απλώνουν αυτό που έμαθαν και ξέρουν να κάνουν καλά, μέσα και πέρα από τον νομό μας.
Το 2008 ανοίγουν ένα δικό τους μαγαζί λιανικής απέναντι από την Εθνική Τράπεζα όπου μια βροχερή μέρα του Οκτώβρη που μας πέρασε, συνάντησα τον Χατζίκο. Είναι κι αυτός βέρος Αρμένος, αφού η μαμά του λέγεται Μαρία Ντικρανιάν. Η οικογένειά της ήρθε κι αυτή στην Κατερίνη προερχόμενη από τα ίδια μέρη. Ο πατέρας της ήταν ο ονομαστός «κοκορετσάς» Μπαρμπα Χατζής, ο οποίος άσκησε το ίδιο επάγγελμα που έκανε και στην Τουρκία. Αυτός άνοιξε το πρώτο «κοκορετσάδικο» της πόλης που βρισκόταν δίπλα στον παλιό κινηματογράφο «Ρίο», ενώ και ο γιός τους Αρτάκης ή «Μπέμπης» είχε αργότερα το δικό του δίπλα στον άλλο κινηματογράφο, το «Παλλάς».
«Τα τελευταία χρόνια», μου είπε ο Χατζίκος, «που ο πατέρας μου σταμάτησε να ασχολείται με το στραγάλι όπως παλιά, παίρνουμε τον καρπό ημιεπεξεργασμένο από την Κομοτηνή και κάνουμε εδώ το τελικό στάδιο. Μετά το 1983 που εξελίχθηκε η τεχνολογία των φούρνων, προμηθευτήκαμε κι εμείς μηχανήματα παραγωγής. Το στραγάλι όμως που είναι το πιο παραδοσιακό προϊόν, εξακολουθούσαμε και το ψήναμε σ’ έναν ειδικό φούρνο, εκείνον τον παλιό που είχαμε από την δεκαετία του ’70 που ψήνει σιγά-σιγά το στραγάλι και τον χρησιμοποιήσαμε μέχρι και το 2000. Στο εργαστήριο, κατάστημα σήμερα, της οδού Δαγκλή, κρατήσαμε μάλιστα αυτόν τον παραδοσιακό φούρνο, τον συντηρήσαμε και τον διατηρήσαμε εκεί που πάντα βρισκόταν. Μετά, στο καινούργιο εργαστήριο από το 2002, εκτός από το χύμα, προχωρήσαμε και στην τυποποίηση και τη συσκευασία μεγαλύτερης ποικιλίας προϊόντων. Προσπαθήσαμε όμως να κρατήσουμε την ποιότητα σε ψηλά επίπεδα, γιατί αγαπάμε το προϊόν πάρα πολύ, γιατί αγαπάμε την δουλειά μας πάρα πολύ. Η προέλευση των καρπών μας είναι από την Ελλάδα και την Τουρκία καθώς η εγχώρια παραγωγή είναι μικρή και δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες. Τα τελευταία χρόνια βέβαια παρατηρείται μια προσπάθεια παραγωγών να καλλιεργήσουν ντόπια καρύδια ή καινούργιες ποικιλίες αμυγδάλων. Τα «στραγαλάδικα» προσαρμόστηκαν στις εποχές και τώρα πουλάνε «ξηρούς καρπούς, καφέ, ζαχαρώδη» γιατί συνδυάστηκαν προϊόντα που έχουν σχέση με τις γιορτές αλλά και με τις ανάγκες του αγροτικού κόσμου και όχι μόνο».
Την τέχνη, τότε που ήταν ακόμη «τέχνη» και έργο αποκλειστικά των χεριών, ζήτησαν να μάθουν κι άλλοι. Ανάμεσα σ’ αυτούς που «εκπαιδεύτηκαν» στη στραγαλοποιεία από τους Αβακιάν ήταν ένας συγγενής τους, ο Τεσκογιάν που αργότερα έφυγε στην Αργεντινή, ο Αντώνης Κωνσταντινίδης που πήγε στη Θεσσαλονίκη, ο Γιάννης Σπυρίδης ο οποίος ασχολήθηκε με το εμπόριο ξηρών καρπών στην Αθήνα και ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, ο πεθερός του Αντώνη Παπαρέγγα που διατηρεί κατάστημα ξηρών καρπών απέναντι από το 4ο Γυμνάσιο στο πάρκο.
Τις μέρες αυτές, τις χρονιάρες, τα μαγαζιά που πουλάνε τους καρπούς είναι γεμάτα κόσμο, οι πορσελάνες στα στολισμένα τραπεζάκια των σαλονιών φουσκώνουν από καρύδια, αμύγδαλα και φουντούκια, στα σιροπιαστά και στα άλλα γλυκά των ημερών μοσχοβολάνε τα αρώματα των ξηρών καρπών και μια ακόμη χρονιά ανοίγεται μπροστά μας άγνωστη και ανεξερεύνητη.
ΥΓ: Το άρθρο αυτό αφιερώνεται στον Δανιήλ Αβακιάν που έφυγε από κοντά μας πριν λίγες μέρες. Καλό ταξίδι κύριε Δανιήλ!
Γράφει ο Γιάννης Χ. Ποικιλίδης
[1] Δεν οριστικοποίησαν την παραμονή τους όλοι οι Αρμένιοι που ήρθαν στην Κατερίνη. Κάποιοι έφυγαν στη Ρωσία και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Απ’ αυτούς που επέλεξαν να μείνουν τελικά στον τόπο μας, ο Γιάννης Καζταρίδης στο βιβλίο του «ΚΑΤΕΡΙΝΗ - Ο Τόπος - Οι Άνθρωποι» από τις εκδόσεις «μάτι», 2011, σελ.161, αναφέρει μερικά ονόματα στηριζόμενος σε μαρτυρία του Δανιήλ Αβακιάν: Ντουγμετσιάν Κανίκ, Καραμπέτ- καροποιός επί της 16ης Οκτωβρίου, Σιμονιάν Αγκόπ - παντοπώλης στην περιοχή του πάρκου που αργότερα επέστρεψε στην Αρμενία, Ντικρανιάν Χατζίκ, Αντωνιάν Αρντίν που διατηρούσε οβελιστήριο, Τεσκογιάν Νικ., Ταβουκτσιάν Ααρών και Ιωαννίδης σιδηρουργός. Θα προσθέσουμε και τον Οβαγιάν που ήταν κρεοπώλης και μας τον ανέφερε ή ίδια πηγή.
http://www.antilogospierias.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου