Οι ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΩΣ ΤΟ 2060
ΤΟ "ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ" ΜΕΤΑΔΟΘΗΚΕ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η ΝΕΑ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ «ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ»;
Σημαντικός παράγοντας αστάθειας στη Βαλκανική χερσόνησο συνεχίζει να αποτελεί ο διαφορετικός ρυθμός δημογραφικής αύξησης των λαών της.Έλληνες, Βούλγαροι, Σέρβοι και Σλαβομακεδόνες βλέπουν το ανθρώπινο δυναμικό τους να περιορίζεται μέρα με την ημέρα, ενώ αντίθετα Αλβανοί και Τούρκοι συνεχίζουν το δημογραφικό τους καλπασμό καταρρίπτοντας κάθε έννοια πληθυσμιακής ισορροπίας στην περιοχή. Ποιο είναι το δημογραφικό μέλλον των Βαλκανίων; Θα γίνουν οι Αλβανοί το πολυπληθέστερο έθνος της χερσονήσου; Πότε θα σταματήσει η δημογραφική κατρακύλα των Σλάβων; Μήπως η Βουλγαρία θα καταντήσει σκιά του εαυτού της μέσα σε 50 χρόνια; Οι Έλληνες αποτελούν «είδος προς εξαφάνιση» ή μήπως η δημογραφία θα τους δώσει μια δεύτερη ευκαιρία; Πόσοι θα κατοικούν στην Ελλάδα του 2050;
Γράφει ο Γιώργος Στάμκος
Για τις περισσότερες χώρες του κόσμου το 2001 είναι έτος απογραφής του πληθυσμού τους. Η χώρα μας καταμέτρησε κι αυτή το ανθρώπινο δυναμικό της στις 18 Μαρτίου, ενώ και άλλες βαλκανικές χώρες (Αλβανία, ΠΓΔΜ κ.α.) θα διεξάγουν απογραφές κατά τη διάρκεια του έτους που διανύουμε. Η απογραφή αποτελεί ως γνωστόν ένα τρόπο αποτύπωσης του πραγματικού πληθυσμού μιας χώρας. Στην περίπτωση όμως της Ελλάδας η απογραφή έρχεται να υπενθυμίσει το οξύ δημογραφικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα: εδώ και αρκετά χρόνια η Ελλάδα δεν αναπαράγεται με ικανοποιητικούς ρυθμούς, κι επειδή δεν αναπαράγεται, γερνά.
Με βάση τις υπάρχουσες δημογραφικές τάσεις (μείωση των γεννήσεων κατά 40% από το 1981 και αύξηση της θνησιμότητας λόγω γήρανσης του πληθυσμού), που επιτρέπουν την ασφαλή πρόβλεψη τουλάχιστον μέσα στον ορίζοντα μιας γενιάς, η χώρα μας απειλείται με δημογραφική κατάρρευση. Η δημογραφική της παρακμή θεωρείται από τους απαισιόδοξους σχεδόν βέβαιη, εφόσον οι αριθμοί και οι τάσεις λένε ότι το «παιχνίδι» έχει ήδη κριθεί. Κατά κάποιο τρόπο το 2030μ.Χ. μας είναι ήδη γνωστό. Στην καλύτερη περίπτωση θα είμαστε 10,3 εκατομμύρια, δηλαδή 500.000 λιγότεροι απ’ ότι σήμερα. Και φυσικά αρκετά μεγαλύτερης ηλικίας. Κι αν δεν συμβεί κάποιο «δημογραφικό θαύμα», με άλλα λόγια μια απρόβλεπτη έκρηξη γεννήσεων οι συνέπειες της οποίας θ’ αργήσουν πάντως να φανούν, κατά το έτος 2050 θα είμαστε μόλις 9,2 εκατομμύρια στην πλειοψηφία μας γέροι. Κοντολογίς μέσα σε μισό αιώνα η χώρα μας θα έχει χάσει ενάμισι εκατομμύριο ανθρώπους χωρίς την παραμικρή πολεμική αναμέτρηση! Θα έχει καταντήσει ένα απέραντο γηροκομείο, όπου οι άνω των 65 ετών θα υπερβαίνουν αριθμητικά τους νέους κάτω των 20! To σύστημα συνταξιοδότησης θα εκραγεί, καθώς το φυτίλι έχει ήδη ανάψει, εφόσον οι συνταξιούχοι του 2050 έχουν ήδη γεννηθεί…
Ακόμη και στη χώρα της καταγωγής της η λέξη «δημογραφία» παραμένει ταμπού. Αν και τα στοιχεία της είναι αμείλικτα σχετικά το μέλλον των Ελλήνων, η δημογραφία τείνει ν’ απωθείται συλλογικά και ν’ αντιμετωπίζεται σχεδόν με καχυποψία. Κατά περίεργο τρόπο η δημογραφία θεωρείται «δεξιά» επιστήμη, με τους φανατικούς της να κραυγάζουν για την αύξηση της γεννητικότητας –έχοντας κατά νου πολυμελείς οικογένειες με λευκόχρωμα και ροδομάγουλα μωρά–, να γκρινιάζουν για την έκπτωση των οικογενειακών ηθών και για την επερχόμενη εξαφάνιση της «ελληνικής φυλής». Στην πραγματικότητα η δημογραφία δεν είναι παρά θύμα των φανατικών της, που συχνά καταστροφολογούν, ενώ θα έπρεπε να ερμηνεύουν ψύχραιμα τα δεδομένα. Και τα δεδομένα λένε ότι αν η υπογεννητικότητα και η γήρανση του ελληνικού πληθυσμού συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό, τότε σε 2-3 γενιές θα υπάρχουν πολύ λιγότεροι και πιο ηλικιωμένοι Έλληνες στη νότια Βαλκανική. Αν δεν αναστραφούν οι υπάρχουσες τάσεις, η γεννητικότητα δεν ανακάμψει και η χώρα δεν δεχθεί μια γενναία ενίσχυση από «νέο αίμα» εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών, τότε η Ελλάδα του 2050 δεν θα είναι παρά μια σκιά του εαυτού της, γερασμένη και απαθής, μια χώρα «χωρίς αδρεναλίνη»…
Καλπάζοντες και φθίνοντες πληθυσμοί στα Βαλκάνια
Η επερχόμενη δημογραφική συρρίκνωση της Ελλάδας δεν είναι ένα γεγονός μεμονωμένο, που αφορά αποκλειστικά τη χώρα μας. Αποτελεί μια αρνητική προοπτική, που επηρεάζει αποσταθεροποιητικά ολόκληρο το γεωσύστημα των Βαλκανίων και της ανατολικής Μεσογείου. Και αυτό επειδή συνδυάζεται είτε με αντίστοιχες πληθυσμιακές συρρικνώσεις ορισμένων (χριστιανικών) γειτονικών χωρών, είτε έρχεται σε αντιδιαστολή με τις καλπάζουσες τάσεις δημογραφικής αύξησης κάποιων άλλων (μουσουλμανικών). Με άλλα λόγια οι λαοί των χωρών της Βαλκανικής χερσονήσου και της ανατολικής Μεσόγειου δεν υπακούουν σε ομοιόμορφες δημογραφικές τάσεις. Άλλοι συρρικνώνονται βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα και άλλοι συνεχίζουν ν’ αυξάνονται και μόλις διακρίνονται στον ορίζοντα κάποια σημάδια σταθεροποίησης τους.
Έλληνες, Βούλγαροι, Σέρβοι και Σλαβομακεδόνες βλέπουν το ανθρώπινο δυναμικό τους να περιορίζεται μέρα με την ημέρα, ενώ αντίθετα Αλβανοί και Τούρκοι συνεχίζουν τη σχεδόν ανεξέλεγκτη δημογραφική τους αύξηση καταρρίπτοντας κάθε έννοια πληθυσμιακής ισορροπίας στην περιοχή.Καθώς λοιπόν με την πάροδο του χρόνου οι πληθυσμιακές ισορροπίες στα Βαλκάνια ανατρέπονται, η επίτευξη μακροπρόθεσμης ειρήνης και σταθερότητας καθίσταται ολοένα και περισσότερο… σενάριο επιστημονικής φαντασίας! Και αυτό επειδή οι δημογραφικά καλπάζοντες μουσουλμανικοί πληθυσμοί (Αλβανοί και Τούρκοι) τείνουν να διεκδικούν το «ζωτικό χώρο» τους, επιχειρώντας να καλύψουν τα κενά που αφήνουν οι φθίνοντες πληθυσμοί των ορθόδοξων χωρών της περιοχής.
Πρόκειται για μια διαδικασία που έχει συμβεί αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, ιδιαίτερα στην περιοχή των Βαλκανίων όπου δημογραφικά αποψιλωμένες περιοχές καταλαμβάνονταν από νεόφερτους λαούς, που είχαν υψηλούς ρυθμούς πληθυσμιακής αύξησης. Το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε τον 6ο μ.Χ., όταν οι Σλάβοι κατέκλυσαν κατά κύματα τεράστιες αραιοκατοικημένες περιοχές της χερσονήσου μας, αλλά και τον 14ο μ.Χ. με την κάθοδο των Αλβανών στη δημογραφικά αποσαθρωμένη νότια Ελλάδα. Τον 17ο αιώνα σημειώθηκε μιας μεγάλης κλίμακας μετακίνηση των Αλβανών προς το σερβοκρατούμενο ως τότε Κόσοβο, ενώ την ίδια περίοδο οι Σέρβοι εποίκισαν μεγάλες περιοχές στα σύνορα της Αυστριακής με την Οθωμανική Αυτοκρατορία (Βοϊβοντίνα και Κράϊνα), που ήταν σχεδόν άδειες εξ αιτίας των τουρκικών επιδρομών. Στη διάρκεια του 19ου αιώνα ένα μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα Ελλήνων, κυρίως από τα νησιά του Αιγαίου, κατευθύνθηκε προς τις ακτές της Μικράς Ασίας και τις εποίκισε σε σημείο που ο Κρουμπάχερ έκανε λόγο για «επανεξελληνισμό της Μικράς Ασίας». Ο ελληνικός πληθυσμός της Σμύρνης εκτινάχτηκε από τις 30.000 το 1800 σε πάνω από 100.000 στα τέλη του 19ου αιώνα. Αν η δυτική Μικρά Ασία δεν δεχόταν την ίδια περίοδο και κύματα μουσουλμάνων προσφύγων από την Κριμαία και τα Βαλκάνια, ο εξελληνισμός της θα είχε φτάσει σε πάνω από το 80% του πληθυσμού της!
Το ελληνο-τουρκικό πληθυσμιακό χάσμα
Σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα η δημογραφική άνοδος του ελληνικού αλλά και του σλαβικού στοιχείου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν τόσο σημαντική, που μετέβαλλε την εθνολογική σύνθεση των Βαλκανίων, εφόσον την ίδια περίοδο το τουρκόφωνο στοιχείο βρισκόταν σε πληθυσμιακή στασιμότητα. Στις αρχές του 20ου αιώνα υπήρχαν περίπου 6,5 εκατομμύρια Έλληνες (στον αριθμό αυτό συμπεριλαμβάνονται και τα 2,5 εκατομμύρια του ελεύθερου βασιλείου) στο χώρο των Βαλκανίων και της Εγγύς Ανατολής. Την ίδια περίοδο οι τουρκόφωνοι μουσουλμάνοι δεν ξεπερνούσαν τα 7 εκατομμύρια, δηλαδή ήταν σχεδόν ισάριθμοι με τους Έλληνες.
Την περίοδο της Μικρασιατικής εκστρατείας (1919-1922) ζούσαν στον ελλαδικό χώρο περίπου 5,5 εκατομμύρια άνθρωποι (85% Έλληνες), τη στιγμή που στη Μικρά Ασία (χωρίς το Κουρδιστάν) ζούσαν λιγότεροι από 9 εκατομμύρια, το 1/3 εκ των οποίων ήταν Έλληνες και Αρμένιοι, οι οποίοι είτε εξοντώθηκαν είτε αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Την ίδια περίοδο το «ελληνικό έθνος» υπερτερούσε αριθμητικά από το λεγόμενο «τουρκικό έθνος», που μόλις είχε δημιουργηθεί.
Λίγα χρόνια μετά τη συγκρότηση της σε εθνικό κράτος από τον Κεμάλ, η Τουρκία μπήκε σε τροχιάς ακατάπαυστης δημογραφικής αύξησης. Σύμφωνα με στατιστικές του 1927 η Ελλάδα είχε πληθυσμό 6,2 εκατομμύρια και η Τουρκία 13,6 (αναλογία 1:2,2). Η Τουρκία ήταν τότε μια εξαιρετικά αραιοκατοικημένη χώρα (17,7 κάτοικοι/Km²) σε σύγκριση με την πυκνοκατοικημένη Ελλάδα (48 κάτοικοι/Km²). Είναι προφανές ότι κατά τη δεκαετία του 1920 επικρατούσε όντως μια σχετικά ασφαλής πληθυσμιακή ισορροπία μεταξύ των δύο χωρών, η οποία και συνετέλεσε στην προσωρινή όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια συμφιλίωση τους (Σύμφωνο Ελληνο-Τουρκικής Φιλίας το 1930).
Μισό αιώνα αργότερα κάθε πληθυσμιακή ισορροπία στο Αιγαίο είχε ανατραπεί. Ακολουθώντας μια ραγδαία πληθυσμιακή εξέλιξη η Τουρκία αριθμεί πλέον 76 εκατομμύρια, δηλαδή πενταπλασιάστηκε σε σχέση με το 1930. Η Τουρκία είναι πια η 3η σε πληθυσμό χώρα στην Ευρώπη μετά τη Ρωσία (146 εκ.) και τη Γερμανία (82 εκ.).
Η Ελλάδα αντίθετα ακολούθησε πολύ αργούς ρυθμούς πληθυσμιακής αύξησης. Από τα 6,2 εκατομμύρια του 1927 ο πληθυσμός της έφτασε μετά βίας στα σημερινά 11 εκατομμύρια. Μάλιστα εδώ και λίγα χρόνια δεν υφίσταται πλέον φυσική αύξηση της Ελλάδας, δηλαδή υπεροχή των γεννήσεων έναντι των θανάτων, αλλά ισοφάρισμα ή κάποιες χρονιές (1995, 1996, 1998 και 2000) ακόμη και φυσική μείωση. Η όποια αύξηση του πληθυσμού της χώρας μας κατά τη δεκαετία του 1999 οφείλεται είτε στους παλιννοστούντες ομογενείς είτε στους μετανάστες. Χωρίς αυτούς ο πληθυσμός της Ελλάδας θα μειώνονταν ήδη σε απόλυτους αριθμούς…
Πάντως η ελληνο-τουρκική «πληθυσμιακή κούρσα» δεν έχει ακόμη κριθεί, καθώς η ισορροπία συνεχίζει ν’ ανατρέπεται εις βάρος της Ελλάδας. Η Τουρκία συνεχίζει ν’ αυξάνεται πληθυσμιακά, αν και έχουν ήδη εμφανιστεί κάποια σημάδια κόπωσης στους ρυθμούς της. Ενώ στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ο πληθυσμός της αυξανόταν με ρυθμό 3% ετησίως, τη δεκαετία του 1980 ο ρυθμός έπεσε στο 2,4% για να κατρακυλήσει στο 1,5% το 2000. Και η πτώση του ρυθμού πληθυσμιακής αύξησης της Τουρκίας αναμένεται να συνεχιστεί.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις του U.S. Census Bureau η Τουρκία θα γίνει 79.6 εκατομμύρια το 2020 για να σταθεροποιηθεί τελικά στα 86,5 εκατομμύρια το 2050. Από εκεί και ύστερα ο πληθυσμός της θ’ αρχίσει να μειώνεται σε απόλυτους και μάλιστα αρκετά ταχείς ρυθμούς, ώστε η Τουρκία του 2100 θα έχει γύρω στα 60 εκατομμύρια κατοίκους.
Ένα σημαντικό στοιχείο σχετικά με την πληθυσμιακή εξέλιξη της Τουρκίας, που θα πρέπει να υπογραμμιστεί, είναι η δημογραφική δυναμική των μειονοτήτων, που είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση μ’ εκείνη των «καθεαυτό Τούρκων». Για παράδειγμα, ο ετήσιος ρυθμός δημογραφικής αύξησης των Κούρδων είναι 3,2%, υπερδιπλάσιος δηλαδή σε σύγκριση με τους υπόλοιπους «Τούρκους»(1,5%). Με βάση λοιπόν αυτό το ρυθμό τα σημερινά 18 εκατομμύρια των Κούρδων της Τουρκίας θα γίνουν 30 εκατομμύρια το 2020 και θα αντιστοιχούν στο 37% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Το 2050 ο πληθυσμός της Τουρκίας προβλέπεται να είναι 86,5 εκατομμύρια, από τα οποία τα 40 εκατομμύρια (45%) θα είναι Κούρδοι! Αυτό σημαίνει ότι αν οι σημερινοί διαφορετικοί ρυθμοί δημογραφικής αύξησης μεταξύ Τούρκων και Κούρδων διατηρηθούν, τότε μέσα σε μισό αιώνα οι Κούρδοι θα είναι η πολυπληθέστερη εθνική ομάδα στην Τουρκία! Υπερβολικό ή όχι είναι γεγονός ότι μόνο το πανίσχυρο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας της Τουρκίας γνωρίζει τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος (π.χ. πραγματικός αριθμός Κούρδων και ρυθμός αύξησης του) και μελετά ήδη τρόπους αντιμετώπισης της κουρδικής δημογραφικής πλημμυρίδας…
Ο αλβανικός δημογραφικός καλπασμός
Η δημογραφική απειλή που αισθάνονται οι Τούρκοι εκ μέρους των Κούρδων, δεν έχει και τίποτε να ζηλέψει από την απειλή που αισθάνονται στα Βαλκάνια οι Σέρβοι, που βλέπουν τους Αλβανούς του Κοσόβου και των γειτονικών περιοχών να έχουν κυριολεκτικά προσκυνήσει τη θεά της γονιμότητας.Χρησιμοποιώντας ως «πολιτικό όπλο» την υψηλή γεννητικότητα οι Αλβανοί του Κοσόβου αυξήθηκαν με εκπληκτικούς ρυθμούς, πίεσαν αφόρητα τους Σέρβους και τελικά τους παρέσυραν σ’ έναν πόλεμο με το ΝΑΤΟ, από τον οποίο οι δεύτεροι βγήκαν χαμένοι. Μη έχοντας να επιδείξουν στρατιωτικές δυνατότητες οι Αλβανοί χρησιμοποίησαν την αξιοζήλευτη αναπαραγωγική τους ικανότητα προς την κατεύθυνση δημιουργίας της Μεγάλης Αλβανίας. Απέναντι στην εκρηκτική πληθυσμιακή αύξηση των Αλβανών οι Σέρβοι ελάχιστα μπορούσαν να κάνουν. «Μπορείς να κάνεις πόλεμο που να βασίζεται σε στρατό ανταρτών. Μπορείς να πολεμήσεις έναν τακτικό στρατό. Δεν μπορείς, όμως, να πολεμήσεις εγκύους γυναίκες. Και αυτό είναι ο λόγος που οι Αλβανοί θα κατακλύσουν ασφυκτικά τα Βαλκάνια και τίποτε δεν μπορεί ν’ αποτρέψει κάτι τέτοιο», είχε πει κάποτε κυνικά ο δρ. Πρέντραγκ Σίμιτς, διευθυντής του Ιδρύματος Διεθνών Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών του Βελιγραδίου, για να συμπληρώσει: «Είμαι εντελώς βέβαιος ότι, σύμφωνα με τα δεδομένα της δημογραφικής υπεροχής, οι Αλβανοί θα πρέπει να γίνουν το μεγαλύτερο έθνος των Βαλκανίων τα επόμενα 25 χρόνια».
ο Σίμιτς ήταν βέβαια υπερβολικός στις εκτιμήσεις του, καθώς δεν είχε σαφή εικόνα των δημογραφικών τάσεων της «μητέρας» Αλβανίας, αλλά και δεν είχε λάβει υπόψιν του τη μεγάλη μετανάστευση των Αλβανών προς τις χώρες τις Ευρώπης, που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Εκείνο όμως που γνώριζε πολύ καλά ήταν ότι ο αλβανικός πληθυσμός της Γιουγκοσλαβίας από 439.000 το 1921 εκτινάχθηκε στα 2,5 εκατομμύρια το 1991. Στο Κόσοβο οι Αλβανοί από 280.000 το 1921 πέρασαν στις 500.000 το 1948 και στις 650.000 το 1961. Το 1961 οι Σέρβοι αποτελούσαν το 24% του πληθυσμού του Κοσόβου και οι Αλβανοί το 69%. Η πληθυσμιακή έκρηξη των Αλβανοκοσοβάρων συνεχίστηκε και αριθμός τους έγινε 1,25 εκατομμύριο το 1981 για να φθάσουν στο 1,6 εκατομμύριο το 1991. Σήμερα, έπειτα από μια δεκαετία πολέμων, προσφυγιάς, αναταραχής και μετανάστευσης, ο αλβανικός πληθυσμός του Κόσοβο αυξήθηκε ελαφρώς στο 1,7 εκατομμύρια.
Η δημογραφική αύξηση των Αλβανών του Κοσόβου ήταν εκρηκτική σε σύγκριση με την αργή αύξηση του πληθυσμού των υπολοίπων περιοχών της Γιουγκοσλαβίας. Από το 1948 ως το 1991 ο πληθυσμός της Βοϊβοντίνας αυξήθηκε κατά 23%, και της κεντρικής Σερβίας κατά 40%. Την ίδια περίοδο ο συνολικός πληθυσμός του Κοσόβου από τις 733.034 εκτοξεύτηκε στο 1.956.169 κατοίκους, μια αύξηση 167% μέσα σε τέσσερις δεκαετίες! Η πληθυσμιακή ισορροπία μεταβλήθηκε και οι Αλβανοί ζήτησαν ν’ αναβαθμιστεί το Κόσοβο σε ομόσπονδη δημοκρατία. Οι Σέρβοι αντέδρασαν φοβούμενοι ότι το Κόσοβο θ’ αποσχιστεί από τη Γιουγκοσλαβία και θα ενωθεί με την Αλβανία.
Τη δεκαετία του 1980 το 50% των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου ήταν κάτω των 20 ετών, ένα ομολογουμένως «εύφλεκτο υλικό». Στους Αλβανούς η ηλικιακή ομάδα 15-24 ετών ξεπέρασε το κρίσιμο ποσοστό του 20% του συνολικού πληθυσμού τους κατά τη δεκαετία του 1980, αποτελώντας έτσι μια «κρίσιμη μάζα» που ευνοούσε τις εθνικιστικές αναταραχές. Είναι γνωστόν ότι οι νέοι αυτής της ηλικιακής ομάδας, μη έχοντας ενταχθεί ακόμη στην παραγωγή, στον κοινωνικό ιστό και μη έχοντας αίσθηση προοπτικής, στρέφονται ευκολότερα, εφόσον «δεν έχουν τίποτε να χάσουν», σε εξτρεμιστικές ενέργειες. Σε όσες περιοχές του κόσμου αυτή η ηλικιακή ομάδα ξεπερνά το 20% του πληθυσμού παρατηρούνται εξεγέρσεις, επαναστάσεις και πόλεμοι…
Σε σύγκριση με τους Κοσοβάρους ομοεθνείς τους οι κάτοικοι της Αλβανίας ήταν σχεδόν ευνούχοι, καθώς δεν συνήθιζαν να κάνουν επτά παιδιά ο καθένας, οι Αλβανοί του γιουγκοσλάβικου οροπεδίου. Είχαν ωστόσο μεγάλη γεννητικότητα για τα δεδομένα της Ευρώπης. Ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού της Αλβανίας για την περίοδο 1960-90 ήταν 2,4% ετησίως, δηλαδή δύο με τρεις φορές μεγαλύτερο από τον αντίστοιχο των άλλων χωρών της Ευρώπης. Η αύξηση αυτή ενθαρρύνονταν κι από το καθεστώς θεωρούμενη ως «τρόπος ενίσχυσης της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Τον Ιούλιο του 1991 η Αλβανία είναι 3.335.000 κατοίκους, συγκριτικά με 2.761.000 το 1981 και 1.626.000 το 1960. Από το 1965 η Αλβανία είναι η πιο πυκνοκατοικημένη χώρα των Βαλκανίων (120 κάτοικοι/Km² το 2000).
Όμως πλέον ο ρυθμός πληθυσμιακής αύξησης της Αλβανίας έπεσε από 1.8% ετησίως το 1991 σε λιγότερο από 1% το 2000, ενώ υπάρχει και μικρή μείωση του πληθυσμού της χώρας εξαιτίας της έντονης και ακατάπαυστης μετανάστευσης. Παρόλα αυτά ο πληθυσμός της Αλβανίας παραμένει ο νεανικότερος στην Ευρώπη και η γονιμότητα (2,6 παιδιά ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας) μια από τις υψηλότερες στη Γηραιά Ήπειρο. Αλλά η νεολαία της Αλβανίας έχει ήδη αρχίσει να μειώνεται απότομα. Παράδοξο τέλος στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι στην Αλβανία οι άνδρες (51,5%) είναι περισσότερες από τις γυναίκες (48,5%), ενώ στις περισσότερες χώρες του κόσμου συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο!
Ο σημερινός αλβανικός πληθυσμός των Βαλκανίων υπολογίζεται σε 5,5-6 εκατομμύρια. Πρόκειται δηλαδή για «μεσαίου μεγέθους» βαλκανικό έθνος: αρκετά μεγάλο για να μην το αγνοεί κανείς , αλλά και αρκετά μικρό για να μην το δίνει και πολύ σημασία. Έχει ωστόσο το κατάλληλο μέγεθος και διασπορά για να δημιουργεί ευρύτερα προβλήματα. Στόχος των Αλβανών είναι ωστόσο να «ισοβαθμίσουν» τους υπόλοιπους «μεγάλους» λαούς της Βαλκανικής (Έλληνες, Σέρβους και Βούλγαρους), που τώρα υπολογίζονται χονδρικά περίπου 10 εκατομμύρια ψυχές ο καθένας. Κι επειδή οι υπόλοιποι χριστιανικοί λαοί της Βαλκανικής έχουν εισέλθει σε τροχιά δημογραφικής συρρίκνωσης, η πολυπόθητη για τους Αλβανούς «πληθυσμιακή σύγκλιση» θα επέλθει γύρω στο 2050, όταν ο κάθε λαός της περιοχής θα έχει πάνω κάτω 8 εκατομμύρια ψυχές, όπως και οι ίδιοι.
Οι Αλβανοί πάντως δεν πρόκειται να γίνουν εύκολα 12 εκατομμύρια, όπως κραυγάζουν πολλοί «αλβανόφοβοι» των Βαλκανίων. Και αυτό γιατί εδώ και μια δεκαετία περίπου ο ρυθμός δημογραφικής αύξησης τους έχει αρχίσει να μειώνεται αισθητά, ώστε να διαφαίνεται ήδη η σύγκλιση του με το ρυθμό δημογραφικής αύξησης των άλλων βαλκανικών λαών. Έτσι τα σημερινά 5,5 εκατομμύρια των Αλβανών δεν θα γίνουν ποτέ 12 εκατομμύρια το 2030 μ.Χ., όπως προβλέπουν ορισμένοι, αλλά 7,5 εκατομμύρια, αριθμός που δεν πρόκειται να διαταράξει καμία ισορροπία. Μετά μάλιστα από το 2040 μ.Χ. και μετά ο αλβανικός πληθυσμός των Βαλκανίων θ΄ αρχίσει να μειώνεται σε απόλυτους αριθμούς.
Πέρα από τις, θετικές για τις ισορροπίες της περιοχής, μακροπρόθεσμες προοπτικές σταθεροποίησης του αλβανικού πληθυσμού των Βαλκανίων, υπάρχει πάντα ένας μεγάλος κίνδυνος: η Μεγάλη Αλβανία. Αν οι Αλβανοί της χερσονήσου κατορθώσουν να ενοποιηθούν πολιτικά, τότε το «ειδικό βάρος» τους στη χερσόνησο θ’ αυξηθεί, αλλάζοντας ριζικά τις γεωπολιτικές ισορροπίες στα Βαλκάνια.
Η δημογραφική τελμάτωση των Σλάβων
Από άποψη πληθυσμιακού όγκου η Βαλκανική ήταν από το Μεσαίωνα μια «σλαβική χερσόνησος». Από τον 7ο μ.Χ. αιώνα ακόμη το σλαβικό στοιχείο, πολυάριθμο και διεσπαρμένο σε εκτεταμένες περιοχές, ήταν το κυρίαρχο πληθυσμιακό στοιχείο στα Βαλκάνια. Η δημογραφική υπεροχή του ήταν απόλυτη στα βόρεια, έντονη στα κεντρικά και αδύναμη στα νότια της χερσονήσου. Με εξαίρεση την ελληνική χερσόνησο, τα παράλια, τα αστικά κέντρα, και ορισμένες ορεινές περιοχές των δυτικών Βαλκανίων, όλες οι άλλες περιοχές ήταν κατακλυσμένες από Σλάβους (Βούλγαρους, Σέρβους κ.α.). Μεγαλύτεροι σε αριθμό ήταν πάντα οι Βούλγαροι, όταν ακόμη συμπεριλαμβάνονταν σ’ αυτούς και οι Σλαβομακεδόνες. Όταν αυτοί οι «Δυτικοί Βούλγαροι» απέκτησαν δική τους εθνική συνείδηση και αποσπάστηκαν από το βουλγαρικό έθνος, τότε οι Βούλγαροι βρέθηκαν ισάριθμοι με τους Σέρβους.
Δεν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία για την εκτίμηση του αριθμού των Σλάβων στα Βαλκάνια κατά την περίοδο του Βυζαντίου. Μπορούμε ωστόσο να υποθέσουμε, με βάση το γεγονός του αγροτικού χαρακτήρα της εγκαταστάσεως τους και της έκτασης της διασποράς τους, ότι αποτελούσαν περίπου τα 3/5 του πληθυσμού της χερσονήσου. Η αναλογία αυτή έπεσε κάπως την περίοδο της Οθωμανικής κατάκτηση, εξ αιτίας της εμφάνισης και του τουρκικού (μουσουλμανικού) στοιχείου στα Βαλκάνια. Τον 19ο αιώνα όμως το σλαβικό στοιχείο άρχισε να ανακάμπτει δημογραφικά με γοργούς ρυθμούς.
To 1800 κατοικούσαν στα Βαλκάνια περίπου 10 εκατομμύρια άνθρωποι, πληθυσμός που ανέβηκε στα 22 εκατομμύρια στις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Απ’ αυτούς τα 13 εκατομμύρια ήταν Σλάβοι.
Από τις σλαβικές εθνικές ομάδες της Βαλκανικής οι Σέρβοι γνώριζαν την ταχύτερη πληθυσμιακή αύξηση κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Ο Πάβελ Σάφαρικ στο έργο του Slowansky Narodopisυπολόγισε ότι το 1842 υπήρχαν περίπου 5,3 εκ. Σέρβοι (2,5 εκ. στην Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία, 1 εκ. στη Σερβία, 1,5 εκ. στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, 160.000 στο Μαυροβούνιο και 100.000 στη Ρουμανία). Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια της διάσκεψης στο Παρίσι το 1856 υπολογίστηκε ότι από τα 15,5 εκατομμύρια του πληθυσμού της ευρωπαϊκής Τουρκίας, μόλις τα 5 εκατομμύρια ήταν Σλάβοι, αριθμός μάλλον ανακριβής. Το 1863 σλαβικές πηγές υπολόγιζαν ότι στη νοτίως του Δούναβη ευρωπαϊκή Τουρκία (εκτός δηλαδή των μικρών κρατών της Σερβίας και της Ελλάδας) ζούσαν περίπου 6,2 εκ. Σλάβοι, 2 εκ. Τούρκοι, 2 εκ. Έλληνες, 1,5 Αλβανοί και 300.000 Βλάχοι.
Η αύξηση του «ειδικού βάρους» των Σλάβων στη χερσόνησο μας ενισχύθηκε, εκτός από την υποστήριξη της πανσλαβιστικής Τσαρικής Ρωσίας, κι από τη συνεχόμενη διαρροή του μουσουλμανικού στοιχείου προς τη Μικρά Ασία. Δεν ήταν όμως αρκετή για την απόλυτη κυριαρχία στα Βαλκάνια, εφόσον Έλληνες και Αλβανοί είχαν ήδη ξεκινήσει το δημογραφικό τους καλπασμό.
Το «μήλο της έριδας» μεταξύ σλαβικών και αυτοχθόνων λαών της Βαλκανικής υπήρξε ο χώρος της Μακεδονίας, που αποτελούσε ως τις αρχές του 20ου αιώνα ένα πολύχρωμο «εθνολογικό λιβάδι». Όλοι τη διεκδικούσαν, αλλά οι σλάβοι ήταν αριθμητικά περισσότεροι, όχι όμως σε τέτοιο βαθμό ώστε να κυριαρχήσουν. Μια (σλαβική) στατιστική υπολόγισε ότι στο χώρο της ευρύτερης Μακεδονίας ζούσαν 2 εκ. άνθρωποι, εκ των οποίων 1,1 εκ. Σλάβοι, 500.000 Τούρκοι (μουσουλμάνοι), 250.000 Έλληνες (sic), 170.000 Αλβανοί, 75.000 Εβραίοι και 10.000 Βλάχοι.Το 1912, ένας έγκυρος υπολογισμός του πληθυσμού της Μακεδονίας με βάση την ομιλούμενη γλώσσα και όχι τη θρησκεία έδειξε τα εξής στοιχεία: Σλάβοι 1.150.000, Τούρκοι 400.000, Έλληνες 300.000, Βλάχοι 200.000, Αλβανοί 120.000, Εβραίοι 100.000. Οι υπολογισμοί αυτοί περιέχουν και αρκετές ανακρίβειες, εφόσον λάβαιναν υπόψιν τους μόνο τη γλώσσα και όχι την εθνική συνείδηση. Γιατί με βάση την εθνική συνείδηση, ένα καθαρά αυτοπροσδιοριστικό φαινόμενο, περίπου 650.000 κάτοικοι της Μακεδονίας εμφανίζονταν ως Έλληνες, άσχετα αν οι μισοί από αυτούς δεν μιλούσαν ελληνικά (σλαβόφωνοι). Πρέπει να σημειώσουμε βέβαια ότι η ταύτιση με τον Ελληνισμό γινόταν περισσότερο μέσω του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης και όχι μέσω της Αθήνας…
Μέχρι το 1923 οι Σλάβοι αποτελούσαν μια ισχνή πλειοψηφία του πληθυσμού ολόκληρης της Μακεδονίας. Τη χρονιά εκείνη η ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ανέτρεψε τα δεδομένα: 340.000 μουσουλμάνοι εγκατέλειψαν τη Μακεδονία και στη θέση τους εγκαταστάθηκαν πάνω από 600.000 ορθόδοξοι της Μικράς Ασίας και του Πόντου. Η εθνική ομοιογένεια στην ελληνική Μακεδονία εκτινάχθηκε έτσι στο 88%. Οι Έλληνες έγιναν έτσι η ελαφρά πλειοψηφία στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας. Λίγο πριν τον Β’ Π. Πόλεμο σε ολόκληρη τη Μακεδονία οι διάφορες εθνότητες κατανέμονταν ως εξής: Έλληνες 1.260.000, Σλάβοι 1.090.000 και λοιποί (Αλβανοί, Βλάχοι, Τούρκοι, Εβραίοι) 440.000. Λιγότερο από τα 2/5 του συνολικού πληθυσμού της Μακεδονίας ήταν πλέον Σλάβοι.
Σήμερα στον ευρύτερο χώρο της Μακεδονίας (ελληνική Μακεδονία, ΠΓΔΜ και «Μακεδονία του Πίριν») κατοικούν περισσότεροι από 5 εκατομμύρια άνθρωποι, το 55% των οποίων είναι Έλληνες. Ο αριθμός των Σλάβων έπεσε κάτω από τα 2/5, εξαιτίας της ανόδου του αλβανικού στοιχείου, αλλά και της μετανάστευσης. Χρόνο με το χρόνο τα κεντρικά Βαλκάνια αποψιλώνονται από τους σλαβικούς τους πληθυσμούς, στα πλαίσια μιας διαδικασίας θα έλεγε κανείς «αποσλαβοποίησης» της χερσονήσου μας και δυναμικής επανόδου των «αυτοχθόνων» λαών της!
Χαρακτηριστικό πάντως παράδειγμα βαλκανικής χώρας που κυριολεκτικά καταρρέει δημογραφικά είναι η γειτονική μας Βουλγαρία. Η Βουλγαρίαέχει μπει σε μια φάση έντονης δημογραφικής συρρίκνωσης, πουοφείλεται στον επικίνδυνο συνδυασμό μετανάστευση-υπογεννητικότητα-θνησιμότητα. Από τα μέσα της δεκαετίαςτου 1980 ως το 2000 η Βουλγαρία έχει απωλέσει περισσότερους από έναεκατομμύριο κατοίκους. Συγκεκριμένα ο πληθυσμός της έπεσε από τα 9 εκατομμύρια κατοίκους(1989) στα 7,8 εκατομμύρια (2000). Αυτός ο δημογραφικός κατήφορος της Βουλγαρίας φαίνεται μη αντιστρέψιμος. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της στατιστικής υπηρεσίας των ΗΠΑ (USA Bureau of Census) η Βουλγαρία θα έχει το 2010 έναν πληθυσμό 7 εκατομμυρίων. Το 2020 ο αριθμός αυτός θα πέσει στα 6,3 εκατομμύρια, το 2030 στα 5,7 εκατομμύρια, το 2040 στα 5 εκατομμύρια και το έτος 2050 στα 4,5 εκατομμύρια! Μικρότερη σε πληθυσμό κι από την Αλβανία, η Βουλγαρία του 2050 θα είναι η «σκιά» του εαυτού της, μια χώρα άδεια (40 κάτοικοι/Km²) και πρόσφορη για εποικισμό, πράγμα που αναμένεται ν’ ανοίξει τις επεκτατικές ορέξεις της γειτονικής Τουρκίας, που και θα έχει σταθεροποιηθεί πλέον πληθυσμιακά, θα κατοικείται τότε από 86 εκατομμύρια ανθρώπους…
Έλληνες: εξαφάνιση ή δημογραφική ανάκαμψη;
Στη δημογραφία τίποτε δεν είναι καθορισμένο, εφόσον το «υλικό» της είναι πάντα οι άνθρωποι. Ως γνωστόν οι ανθρώπινοι πληθυσμοί και οι κοινωνίες τους είναι πάντα γεμάτοι εκπλήξεις. Αποτελεί σφάλμα η εκ των προτέρων δημογραφική καταδίκη ενός λαού, εφόσον μπορεί πάντα να συμβεί κάποια δημογραφική αναστροφή και ν’ αλλάξει τα δεδομένα. Δεν υπάρχει δηλαδή δημογραφικό «μοιραίο». Έτσι, είναι νωρίς ακόμη για να προγράψουμε τους Έλληνες ως «είδος προς εξαφάνιση».
Αναμφίβολα η Ελλάδα έχει πάψει εδώ και χρόνια ν’ ανανεώνει τον πληθυσμό της και βρίσκεται σ’ ένα δημογραφικό τέλμα με τη γονιμότητα της ν’ αγγίζει το ναδίρ (1,3 παιδιά ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας). Ωστόσο αυτή η αρνητική δημογραφική εικόνα δεν πρόκειται να χειροτερεύσει τη δεκαετία που διανύουμε, αντίθετα προβλέπεται και μια μικρή δημογραφική αναστροφή!
Μέχρι το 2010 προβλέπεται μια ελαφριά ανάκαμψη των γεννήσεων, που θα έχει ως αποτέλεσμα την επιβράδυνση του ρυθμού μείωσης του ελληνικού πληθυσμού, ίσως μάλιστα και μια μικρή φυσική αύξηση του. Έτσι οι γεννήσεις, από το κατώτατο όριο των 100.894 του 1998 (χρονιά που οι θάνατοι ήταν 1.500 περισσότεροι από τις γεννήσεις), προβλέπεται να κυμανθούν μεταξύ 107.000-121.000 το χρόνο κατά την περίοδο 2000-2015. Η ελαφρά αύξηση των γεννήσεων που θα παρατηρηθεί αυτή την περίοδο θα οφείλεται στην οριακή ανάκτηση της γεννητικότητας στις μεγαλύτερες ηλικίες. Δηλαδή οι Ελληνίδες και οι Έλληνες, που μετέθεσαν την απόκτηση παιδιών σε μεγαλύτερες ηλικίες, θα επιχειρήσουν να γίνουν γονείς κυριολεκτικά στο «παρά πέντε», πράγμα που θα δώσει μια σχετική δυναμική στον πληθυσμό της Ελλάδας.
Ένας σημαντικός παράγοντας που θα επηρεάσει την εξέλιξη του ελληνικού πληθυσμού είναι η μετανάστευση. Η επίδραση της μετανάστευσης αλλά και της παλιννόστησης δεν μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια, εφόσον εξαρτάται από έναν συνδυασμό παραγόντων (πόλεμοι, κοινωνικοοικονομική αστάθεια κ.α.) στον ευρύτερο γεωγραφικό μας χώρο. Μόνον κατά τη δεκαετία του 1990 η Ελλάδα δέχθηκε πάνω από 500.000 μετανάστες και σχεδόν 250.000 παλιννοστούντες ομογενείς. Δεν υπάρχουν ενδείξεις για σημαντική μείωση του ρυθμού μετανάστευσης την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα.
Όσο η ανάπτυξη της Ελλάδας συνεχίζεται και η οικονομία της αναδιαρθρώνεται, σε συνδυασμό με την υπογεννητικότητα και τη γήρανση του ενεργού πληθυσμού της, η ανάγκη για νεανικά και φθηνά εργατικά χέρια θα αυξάνεται. Εφόσον μάλιστα στην περιφέρεια της Ελλάδας συνεχίσουν οι πόλεμοι, οι ταραχές και η οικονομική υπανάπτυξη, είναι αναμενόμενο η χώρα μας ως μια «όαση ευτυχίας μέσα σ’ έναν ωκεανό δυστυχίας» να προσελκύει απελπισμένους ανθρώπους που αναζητούν μια καλύτερη ζωή. Οι εκτιμήσεις για τον αριθμό των μεταναστών που θα δεχθεί η Ελλάδα κατά τις επόμενες δεκαετίες ποικίλουν. Τα σενάρια κυμαίνονται από το συντηρητικό 100.000 μετανάστες ανά δεκαετία στο υπερβολικό 1.000.000 μετανάστες ανά δεκαετία. Η ΕΣΥΕ (Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας) προβλέπει μέση μετανάστευση της τάξεως των 200.000 ανά δεκαετία. Αναμφίβολα όμως πρόκειται για έναν συντηρητικό αριθμό, που δεν λαμβάνει υπόψιν του την επίδραση της οικονομική ανάπτυξης της Ελλάδας (ρυθμοί άνω του 5% ετησίως), αλλά και της συνεχόμενης αστάθειας και της δημογραφικής έκρηξης στη Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική. Ένας αριθμός της τάξεως των 500.000 μεταναστών ανά δεκαετία ανταποκρίνεται καλύτερα στην πραγματικότητα.
Με βάση λοιπόν αυτό το σενάριο (500.000 μετανάστες ανά δεκαετία) ο πληθυσμός της Ελλάδας δεν θα μειωθεί, αλλά χάρη στη συμβολή των μεταναστών θα αυξηθεί. Αν προσθέσουμε μάλιστα και το ενδεχόμενο μιας μεγάλης κλίμακας παλιννόστησης –ως γνωστόν υπάρχουν στη διασπορά σχεδόν 7.000.000 Έλληνες κι ένας μεγάλος αριθμός τους ίσως επιστρέψει στη μητρόπολη του, αν η Ελλάδα γίνει αρκετά πλούσια για να τους εξασφαλίσει βιοτικό επίπεδο ίσο ή καλύτερο σε σύγκριση με τις χώρες που τους φιλοξενούν– τότε ο πληθυσμός της Ελλάδας ίσως να μη γνωρίσει καθόλου δημογραφική κατάρρευση στη διάρκεια του 21ου αιώνα. Ένας οπαδός αυτού του σεναρίου, ο γνωστός δημοσιογράφος Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος, αντλώντας στοιχεία από σχετική έκθεση του ΟΗΕ, υποστήριξε σε άρθρο του στον Οικονομικό Ταχυδρόμο (24/6/2000) ότι η Ελλάδα του 2015 μ.Χ. θα έχει πληθυσμό 14,2 εκατομμύρια κατοίκους, από τους οποίους τα 3,5 εκατομμύρια θα είναι αλλοδαποί! Οι προβλέψεις του «μεταναστευτικού σεναρίου» κάνουν λόγο για μια Ελλάδα του 2060μ.Χ. με πληθυσμό που θα κυμαίνεται από 17 ως 20 εκατομμύρια. Από αυτά τα επιπλέον 7 εκατομμύρια το 1/3 θα είναι Έλληνες του εξωτερικού που θα επιστρέψουν με τις οικογένειες τους και οι υπόλοιποι αλλοδαποί μετανάστες. Αλλά αυτό είναι ένα μάλλον υπερβολικό σενάριο με λίγες πιθανότητες πραγματοποίησης του.
Ένα αισιόδοξο πάντως σενάριο για την εξέλιξη του πληθυσμού της Ελλάδας ως το 2050 αποτελεί η ανάκαμψη της γεννητικότητας στο επίπεδο των 2.1 παιδιών ανά οικογένεια (φυσιολογική αντικατάσταση των γενεών) και η μέση μετανάστευση της τάξεως των 500.000 ανά δεκαετία. Με βάση αυτό το σενάριο ο πληθυσμός της χώρας μας φθάνει στα 12 εκατομμύρια το 2020 και τελικά στα 13,2 εκατομμύρια (80-85% Έλληνες το έτος 2050, δηλαδή αυξάνει κατά 25% μέσα σε μισό αιώνα.
Το 2060 το άθροισμα του πληθυσμού των βορείων γειτόνων της Ελλάδας (Αλβανία, ΠΓΔΜ και Βουλγαρία) θα ισούται με 11 εκατομμύρια, έναντι 13,5 εκατομμυρίων σήμερα (μείωση κατά 20% ). Αν ο πληθυσμός της Ελλάδας εξελιχθεί με βάση το αισιόδοξο σενάριο (13,2 εκατομμύρια), τότε θα είναι κατά 20% μεγαλύτερος σε σχέση με το άθροισμα των τριών βορείων γειτόνων μας. Στην περίπτωση μάλιστα που η Θεσσαλονίκη εξελιχτεί σε μητρόπολη και γεωοικονομική πρωτεύουσα των Βαλκανίων με πληθυσμό 2,5-3 εκατομμύρια κατοίκους, τότε η γεωπολιτική κυριαρχία της Ελλάδας στη χερσόνησο θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα του 2060 θα έχει το κατάλληλο πληθυσμιακό δυναμικό για να αναδειχθεί σε υπ’ αριθμόν 1 βαλκανική δύναμη. Σε περίπτωση μάλιστα που ο πληθυσμός της Τουρκίας θ’ αρχίσει να μειώνεται μετά το 2040, τότε η δημογραφική ισορροπία μεταξύ των δύο ακτών του Αιγαίου θ’ αρχίσει να μεταβάλλεται προς όφελος της Ελλάδας. Όπως και να ‘χει κατά τις επόμενες δεκαετίες μας περιμένουν πολλές δημογραφικές εκπλήξεις, που μπορεί να είναι είτε ιδανικές είτε εφιαλτικές για την χώρα μας…
Πηγή: Γιώργος Στάμκος, Γκρίζα Ελλάδα: Η Ανατομία του Ελληνικού Συνδρόμου, α’ έκδοση 2004 (εκδ. Αρχέτυπο), β’ έκδοση 2007 (εκδ. Άγνωστο)
ΠΙΝΑΚΑΣ 1.
Επιφάνεια, πληθυσμός και πυκνότητα πληθυσμού της Ελλάδας (1920-2001)
Πηγή: ΕΣΥΕ
Έτος Πληθυσμός Επιφάνεια (τ.χλμ.) Κάτοικοι ανά τ.χλμ.
1920 5.016.889 127.000 39,5
1928 6.204.684 129.281 50
1940 7.344.860 129.281 56,8
1951 7.632.801 131.957 57,8
1961 8.388.553 131.957 63,6
1971 8.768.641 131.957 66,5
1981 9.740.417 131.957 73,8
1991 10.259.900 131.957 77,8
2001 10.940.000 131.957 82.8
ΠΙΝΑΚΑΣ 2.
Πρόβλεψη της Πληθυσμιακής Εξέλιξης των Βαλκανικών Χωρών (2000-2050)
ΧΩΡΕΣ
2000 2010 2020 2030 2040 2050
Ελλάδα 10,602 / 10,758 / 10,636 / 10,316 / 9,861 / 9,209
Βουλγαρία 7,800 / 7,005/ 6,326 / 5,667 / 5,037 / 4,478
Αλβανία 3,490 / 3,826 / 4,126 / 4,336 / 4,451 /4,485
FYROM 2,041 /2,115 / 2,170 / 2,186 /2,160 /2,108
Σερβία* 9,981/ 9,953/ 9,815/ 9,610 /9,341/ 9,014
Κύπρος 758 / 801/ 839/ 857/ 854/ 841
Τουρκία 65,666/ 73,322 /79,678/ 84,194/ 86,449 /86,473
*Με το Κόσοβο και χωρίς το Μαυροβούνιο
Πηγή: U.S. Census Bureau, International Data Base.
ΠΙΝΑΚΑΣ 3.
Προβολή Πληθυσμού της Ελλάδας 2000-2050
Σενάριο 1ο: Μέση γεννητικότητα 1,8 και καθαρή μετανάστευση 200.000 ανά δεκαετία(Πηγή: ΕΣΥΕ).
Έτη 2000 2010 2020 2030 2040 2050
Πληθυσμός
Άτομα (000) 10.543 10.712 10.574 10.382 10.227 10.000
Σενάριο 2ο: Μέση γεννητικότητα 1,4 και καθαρή μετανάστευση 100.000 ανά δεκαετία(Σενάριο δημογραφικής κατάρρευσης).
Έτη 2000 2010 2020 2030 2040 2050
Πληθυσμός
Άτομα (000) 10.600 10.700 10.300 9.600 8.900 8.300
Σενάριο 3ο: Μέση γεννητικότητα 2.1 και καθαρή μετανάστευση 500.000 ανά δεκαετία (Μεταναστευτικό Σενάριο).
Έτη 2000 2010 2020 2030 2040 2050
Πληθυσμός
Άτομα (000) 10.600 /11.300 / 12.000 / 12.600 / 13.000 / 13.200
ΠΙΝΑΚΑΣ 4.
Εξέλιξη των Αλβανικών Πληθυσμών στα Βαλκάνια (1900-2050)
Έτη 1900 1920 1948 1981 1996
πληθυσμός 1.400 / 1.500 / 2.100 / 4.300 / 5.500
σε ‘000
(εκτίμηση)
Έτη 2010 2025 2050
Πληθυσμός 6.100 / 7.100 / 8.000
σε ‘000
(Πρόβλεψη)
ΠΙΝΑΚΑΣ 5.
Εξέλιξη του Πληθυσμού της Τουρκίας (1927-2100)
Έτη Πληθυσμός
(σε ‘000)
1927 13.650
1940 17.820
1950 20.950
1960 27.800
1970 36.000
1980 44.000
1990 56.000
2000 65.600
2010* 73.000
2020* 79,700
2030* 84,200
2040* 86,400
2050* 86,500
2075* 76.000
2100* 64.000
*Πρόβλεψη
πηγη https://zenithmag.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου